Ἡ λέξι ἱστορία, παράγωγο τοῦ ῥήματος οἶδα - ἴστε - ἴστω, δηλαδὴ «ξέρω», ὅπως εἶναι καὶ ἡ ἐπιστήμη ἡ ἀπὸ τὸ ἐπίσταμαι τὸ ἀπὸ τὸ οἶδα, σημαίνει κατ᾽ ἀρχὴν τὴν ἐπιστήμη, τὴ γνῶσι σ᾽ ἕναν ὁποιονδήποτε τομέα τοῦ ἐπιστητοῦ. γι̉αὐτὸ στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα μέχρι καὶ τὰ τέλη τοῦ Ε’ π.Χ. αἰῶνος ἔχουν τὴ λέξι αὐτὴ κοινὴ ὀνομασία τόσο ἡ ἱστορία ὅσο καὶ ἡ φυσικὴ ἡ γεωγραφία ἡ φυτολογία ἡ ζῳολογία ἡ ψυχολογία καὶ προφανῶς ὁποιαδήποτε ἐπιστήμη. ἔπειτα σιγὰ σιγὰ ἡ ἄλλη ἱστορία ἄρχισε νὰ λέγεται περὶ φύσεως ἱστορία (Πλάτων, Φαίδ., 96a) ἢ φυσικὴ ἱστορία, γιὰ νὰ παραμείνῃ στὸ τέλος ἁπλῶς ἱστορία αὐτὴ ποὺ λέγεται ἔτσι σήμερα. τοῦ Ἡροδότου ἡ Ἱστορίη εἶναι συνάμα καὶ γεωγραφία καὶ θρησκειολογία. ὁ Ἀριστοτέλης λέει τὴ ζῳολογία του Ἱστορία περὶ ζῴων (βλ. καὶ στὸ Ζῳ. γεν. 1,3 716β), κι ὁ μαθητής του Θεόφραστος λέει τὴ φυτολογία του Ἱστορία περὶ φυτῶν˙ ὁ δὲ Ψευδαριστοτέλης λέει Ἱστορία τῆς ψυχῆς τὴν ψυχολογία του (Περὶ ψυχῆς 1,1,1). καὶ ἡ σήμερα λεγόμενη ἱστορία, πρὶν λεχθῇ ἔτσι, στὸν Ἀριστοτέλη λἑγεται Ἱστορία ἡ περὶ τὰς πράξεις (Ῥητορ. 1,4 1360α), δηλαδὴ τὰ πεπραγμένα τῶν ἀνθρώπων. κι αὐτὰ μὲν ἔγιναν στὴ γλῶσσα αὐτομάτως.
Γιὰ νὰ διακρίνουν ὅμως τὴν ἱστορία ἀπὸ τὴ μυθολογία τὴ θρυλικὴ λογοποιία καὶ τὴν ἐγκωμιαστικὴ πανηγυρικὴ ῥητορεία τῶν ἀνακτορικῶν κολακειῶν ἢ τῶν πατριδοκαπηλικῶν ὑπερβολῶν, τόσο οἱ Ἕλληνες ἱστορικοὶ ὅσο καὶ οἱ ἄλλοι, καὶ μάλιστα οἱ βιβλικοί, ἔδωσαν καὶ ὁρισμούς. Κατάγραψον τοῦτο εἰς μνημόσυνον ἐν βιβλίῳ λέγεται στὸ Νόμο τοῦ Μωϋσῆ, ποὺ εἶναι καὶ ἱστορία, γιὰ τὸν πρῶτο πόλεμο τοῦ Ἰσραήλ (Ἔξ 17,14). Καταγραφὴ ἐν βιβλίῳ εἰς μνημόσυνον λοιπόν, “γιὰ τὴ μνήμη”, “γιὰ τὴν ἱστορία”, εἶναι ὁ ἀρχαιότερος ὁρισμός˙γιὰ νὰ γνωρίζουν τὰ γεγονότα οἱ μεταγενέστεροι, ὄχι γιὰ νὰ ἐξυμνηθῇ κάποιος ἄνθρωπος ἢ λαός. ἔτσι ἡ βιβλικὴ ἱστορία, ἡ ἀρχαιότερη στὸν κόσμο ἀπαθὴς ἀμερόληπτη καὶ γι᾽ αὐτὸ ὑποδειγματικὴ ἔκθεσι τῶν γεγονότων, στηρίζεται στὴ συνέχεια σὲ περισσότερα ἀπὸ 70 διαφορετικὰ Πρακτικά, βασιλικὰ καὶ ἰδιωτικά, σὲ δημοτικὰ τραγούδια, καὶ σὲ κάθε εἴδους πηγὴ πληροφοριῶν γιὰ τὸ παρελθόν, τὰ ὁποῖα πολλὲς φορὲς εἶναι ἀντίθετα πρὸς τὸ φρόνημα τοῦ ἱστορικοῦ καὶ μόνο ἔμμεσα ἢ κατὰ λάθος τοῦ ψεύτη δίνουν σ᾽ αὐτὸν τὴν πληροφορία. ἀργότερα, μετὰ τὴν ἀποπεράτωσι τῆς Π. Διαθήκης, ὁ Ἡρόδοτος, ποὺ δὲν εἶναι αὐτὸς ἀκόμη ἀπαλλαγμένος ἀπὸ τὴ μυθολογία, δίνει ὅμως τὸν ὁρισμὸ Ἱστορίης ἀπόδεξις, ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται, μήτε ἔργα μεγάλα τε καὶ θωμαστὰ ἀκλεᾶ γένηται (1,1,1)˙ δημοσίευσι τῆς ἱστορίας, ὥστε μήτε τὰ ὅσα ἔγιναν νὰ σβήσουν μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου ἀπὸ τὴ μνήμη τῶν ἀνθρώπων, μήτε νὰ ξεθωριάσουν καὶ νὰ καταντήσουν ἄδοξα διάφορα κατορθώματα μεγάλα καὶ θαυμαστά. τὸν ἴδιο καιρὸ ὁ Θουκυδίδης, ὁ ὑποδειγματικὸς ἱστορικὸς ποὺ ἔγραφε ταυτόχρονα μὲ τὸν Ἡρόδοτο, ἂν δὲν ἄρχισε καὶ λίγο πιὸ μπροστὰ ἀπὸ κεῖνον – διότι ὁ μὲν Θουκυδίδης ἀρχίζει τὴν ἱστορία του γράφοντας Θουκυδίδης Ἀθηναῖος ξυνέγραψε τὸν πόλεμον… ἀρξάμενος εὐθὺς καθισταμένου καὶ ἐλπίσας μέγαν τε ἔσεσθαι καὶ ἀξιολογώτατον (1,1,1), ὁ δὲ Ἡρόδοτος μνημονεύει τὸν πόλεμο αὐτὸ τὸν πελοποννησιακὸ τοὐλάχιστο τρεῖς φορές (7,137,1˙ 7,233,2˙ 9,73,3) –, ὁ Θουκυδίδης, λέω, δίνοντας (1,22,4) τὸν ὁρισμὸ τῆς ἱστορίας ἀντιδιασταλτικὸ πρὸς τὴν ἐγκωμιαστικὴ ἀφήγησι τῶν πανηγυρικῶν λὁγων, γράφει ὅτι ἡ ἱστορία Κτῆμα ἐς αἰεὶ μᾶλλον ἢ ἀγώνισμα ἐς τὸ παραχρῆμα ξύγκειται, γράφεται δηλαδή, ὄχι γιὰ νὰ εἶναι ἕνας ἀνταγωνιστικὰ ἐπιδεικτικὸς λόγος γιὰ ἐφήμερη ἀκροαματικὴ εὐχαρίστησι, ἀλλὰ γιὰ νὰ εἶναι ἕνα αἰώνιο ἀπόκτημα καὶ ἀσφαλῶς διδακτικὸ στοὺς ἀνθρώπους. ἄλλο οἱ φλυαρίες τῶν αὐλοκολάκων καὶ τῶν πατριδοκαπήλων ἢ ἐθνικιστῶν κι ἄλλο ἡ πραγματικὴ ἱστορία. ὠφέλιμη ἱστορία εἶναι μόνο ἡ ἀληθινὴ ἱστορία, εἴτε εἶναι εὐχάριστη εἴτε καὶ δυσάρεστη. ἱστορία γραμμένη γιὰ καύχησι ἢ εὐχαρίστησι εἶναι θανάσιμα βλαβερὴ γιὰ κείνους ποὺ τὴ γράφουν ἢ τὴ δέχονται.
Εἶναι δὲ ἡ ἱστορία ἡ ἀρχαιότερη τῶν ἐπιστημῶν, ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ζῷο ἱστορικό, ὅπως δείχνουν μέσα στὴ Βίβλο τὰ προφανῶς τρίεδρα πήλινα πρίσματα, ἤτοι κύρβεις, μὲ τὰ βραχυλογικὰ καὶ τυποποιημένα βιογραφικὰ τῶν γεναρχῶν τῆς ἀνθρωπότητος, ὅπου μόνο οἱ ἀριθμοὶ παραποιήθηκαν ἀπὸ μεταγενεστέρους ἀντιγραφεῖς (Γε 5,1-31)˙
Α’. α’. Καὶ ἔζησε Καϊνὰν (τόσα) ἔτη, καὶ ἐγέννησε τὸν Μαλελεήλ.
β’. Καὶ ἔζησε Καϊνὰν μετὰ τὸ γεννῆσαι αὐτὸν τὸν Μαλελεὴλ (τόσα) ἔτη, καὶ ἐγέννησεν υἱοὺς καὶ θυγατέρας.
γ’. καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Καϊνὰν (τόσα) ἔτη, καὶ ἀπέθανε.
Β’. α’. Καὶ ἔζησε Μαλελεὴλ (τόσα) ἔτη, καὶ ἐγέννησε τὸν Ἰάρεδ.
β’. Καὶ ἔζησε Μαλελεὴλ μετὰ τὸ γεννῆσαι αὐτὸν τὸν Ἰάρεδ ἔτη (τόσα), καὶ ἐγέννησεν υἱοὺς καὶ θυγατέρας.
γ’. καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Ἰάρεδ ἔτη (τόσα), καὶ ἀπέθανεν.
ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὴ μνήμη δὲν εἶναι ἄνθρωπος.
Μελέτες 1 (2008)