Τὸ 45 π.Χ. ὁ Ἕλληνας εἰδωλολάτρης ἀστρονόμος Σωσιγένης ἔκανε τὸ ἰουλιανὸ (= παλιὸ) ἡμερολόγιο, κι ὁ Ῥωμαῖος εἰδωλολάτρης αὐτοκράτορας Ἰούλιος Καῖσαρ τὸ καθιέρωσε ὡς νόμο τοῦ εἰδωλολατρικοῦ ῾Ρωμαϊκοῦ κράτους, τοῦ κράτους ἐκείνου ποὺ ἐπὶ τρεῖς αἰῶνες δίωκε καὶ ἔσφαζε τοὺς Χριστιανούς.
Οἱ ἀρχαῖοι ποιμένες τῆς ὀρθοδόξου ἐκκλησίας στὴ χρῆσι τοῦ ὁποιουδήποτε ἡμερολογίου ἦταν τόσο οὐδέτεροι, ὅσο οἱ Χριστιανοὶ σήμερα εἶναι οὐδέτεροι στὴ χρῆσι ὁποιασδήποτε μάρκας αὐτοκινήτου. καὶ χρησιμοποιοῦσαν κατὰ τόπους τρία πολὺ διαφορετικὰ ἡμερολόγια, ὅλα σχεδιασμένα ἀπὸ μὴ Χριστιανούς· ἑλληνικό, ῥωμαϊκό, αἰγυπτιακό. στὰ ἑλληνικὰ ἢ ἑλληνόγλωσσα μέρη χρησιμοποιοῦσαν τὸ μακεδονικὸ ἑλληνικὸ ἡμερολόγιο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου τοὐλάχιστον μέχρι τὰ χρόνια τοῦ Βυζαντινοῦ αὐτοκράτορος Ἡρακλείου (610 - 641 μ.Χ.). γι᾿ αὐτὸ κι ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (345 - 407) στὴν ὁμιλία του Εἰς τὸ γενέθλιον τοῦ Χριστοῦ (§ 4-5 PG 49,358) μετράει τοὺς δώδεκα μῆνες τοῦ ἔτους μὲ τὰ ἑλληνικὰ - μακεδονικὰ ὀνόματά τους Δῖος Ἀπελλαῖος Αὐδηναῖος Περίτιος Δύστρος Ξανθικὸς Ἀρτεμίσιος Δαίσιος Πάνεμος Λώιος Γορπιαῖος Ὑπερβερεταῖος, οἱ ὁποῖοι δὲν συνέπιπταν ἀκριβῶς μὲ τοὺς μῆνες ἄλλων ἡμερολογίων. λ.χ. στὸ μακεδονικὸ ἑλληνικὸ ἡμερολόγιο οἱ 11 μῆνες εἶχαν ἀπὸ 30 μέρες κι ὁ τελευταῖος Ὑπερβερεταῖος εἶχε 35 μέρες· γι᾽ αὐτὸ καὶ λεγόταν Ὑπερβερεταῖος ἤτοι Ὑπερφερεταῖος = ὁ μήνας ποὺ ὑπερφέρει, δηλαδὴ τὸ παρατραβάει. τὸ ἡμερολόγιο αὐτὸ σ᾽ 120 χρόνια ἔχανε ἕνα μῆνα. τὸ ἴδιο μακεδονικὸ ἡμερολόγιο χρησιμοποιοῦν κι ἄλλοι πατέρες καὶ μάλιστα κι ὁ συντάκτης τοῦ Πασχαλίου Χρονικοῦ, ποὺ γράφτηκε γύρω στὸ 600. ἡ ἑλληνόγλωσση ἐκκλησία χρησιμοποιοῦσε τὸ μακεδονικὸ αὐτὸ ἡμερολόγιο περίπου μέχρι τὰ χρόνια τοῦ Φωτίου (9ος αἰώνας), ἀλλὰ μετὰ τὸ 641 μερικοὶ χρησιμοποιοῦσαν καὶ τὸ ῥωμαϊκὸ ἡμερολόγιο (τὸ ἰουλιανὸ ἢ παλιὸ) μὲ τὰ λατινικὰ ὀνόματα μηνῶν Ἰανουάριος Φεβρουάριος Μάρτιος Ἀπρίλιος Μάιος Ἰούνιος Ἰούλιος Αὔγουστος Σεπτέμβριος Ὀκτώβριος Νοέμβριος Δεκέμβριος, χωρὶς κανεὶς νὰ δημιουργῇ ζήτημα ἢ νὰ παριστάνῃ τὸν ὀρθοδοξαρᾶ παλαιοημερολογίτη. γύρω στὸ 900 ἐπικράτησε σιωπηρῶς ὡς μοναδικὸ τὸ λατινικὸ ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο (τὸ παλιό).
Δὲν ἀληθεύει ὅτι ἡ Α΄ οἰκουμενικὴ σύνοδος (325) θέσπισε νὰ ἑορτάζεται τὸ πάσχα μόνο μὲ τὸ ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο (τὸ παλιό). αὐτὸ εἶναι φαντασίωσι καὶ ψέμμα μερικῶν ἀμαθῶν καὶ φανατικῶν γαυγισταρίων· σημερινὸς παραταξιακὸς μῦθος· καὶ ὡς ἐπιχείρημά τους εἶναι ἀπάτη· τσαρλατανικὴ ἀπατεωνία. ὁ Μ. Ἀθανάσιος, σύνεδρος τῆς Α΄ οἰκουμενικῆς συνόδου, στὰς Ἑορταστικὰς Ἐπιτολάς του, μὲ τὶς ὁποῖες ἐπὶ 45 χρόνια (328 - 373) κατ᾿ ἐντολὴν τῆς Α΄ οἰκουμενικῆς συνόδου ἐνημέρωνε κάθε χρόνο ὅλη τὴ χριστιανικὴ οἰκουμένη γιὰ τὸ ποιά εἶναι ἡ ἡμερομηνία τοῦ πάσχα τοῦ ἑπομένου ἔτους, πάντοτε γράφει· «Ἐσεῖς ποὺ εἶστε σ᾿ ἐκεῖνες κι ἐκεῖνες τὶς χῶρες, θὰ τὸ ἑορτάσετε στὶς τόσες τοῦ τάδε μηνὸς τοῦ δικοῦ σας ἡμερολογίου, κι ἐσεῖς ποὺ εἶστε σ᾿ ἐκεῖνες κι ἐκεῖνες τὶς χῶρες, θὰ τὸ ἑορτάσετε στὶς τόσες τοῦ τάδε μηνὸς τοῦ ἡμερολογίου σας, κι ἐσεῖς ποὺ εἶστε σ᾿ ἐκεῖνες κι ἐκεῖνες τὶς χῶρες, θὰ τὸ ἑορτάσετε στὶς τόσες τοῦ τάδε μηνός σας». κι ὁ ἴδιος, ὅταν ἦταν ἐλεύθερος στὴν ἕδρα του, τὸ ἑώρταζε στὶς τόσες τοῦ μηνὸς Φαρμοῦθι τοῦ αἰγυπτιακοῦ ἡμερολογίου, ἐνῷ, ὅταν ἦταν ἐξόριστος στὴ Γαλλία, τὸ ἑώρταζε στὶς τόσες Ἀπριλίου τοῦ λατινικοῦ ἡμερολογίου. διέφεραν δὲ τὰ ἡμερολόγια πολὺ ἀκόμη καὶ στὸν ἀριθμὸ τῶν ἡμερῶν τοῦ ἔτους καὶ τῶν μηνῶν. τὸ ἴδιο ἔκαναν καὶ οἱ ἀπόστολοι. ὁ Παῦλος λ.χ. πήγαινε κατὰ τόπους καὶ κατὰ καιροὺς μὲ τέσσερα ἡμερολόγια. ὅσες φορὲς ἦταν στὰ Ἰεροσόλυμα, πήγαινε μὲ τὸ ἰουδαϊκό· ὅταν ἦταν στὴν Ἀντιόχεια ἢ στὴν Ἑλλάδα, πήγαινε μὲ τὸ ἑλληνικὸ μὲ τὸ ὁποῖο πήγαινε ἀργότερα κι ὁ Ἀντιοχεὺς Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος· ὅταν ἦταν γιὰ δυὸ χρόνια στὴ Ῥώμη, πήγαινε μὲ τὸ ἰουλιανό· κι ὅταν ἐπικοινωνοῦσε μὲ τοὺς ἀποστόλους Πέτρο Ἰωάννη Ἱούδα, ποὺ ἦταν στὴν αἰγυπτιακὴ Βαβυλῶνα τὴ μικρὴ (= Μέμφις - Κάιρο) (Α΄ Πε 5,12-13), συνεννοοῦνταν μαζί τους μὲ τὸ αἰγυπτιακό. αὐτὸ μπορεῖ νὰ μὴ μαρτυρεῖται στὴν Κ. Διαθήκη, ἀλλ᾽ εἶναι αὐτονόητο· διότι δὲν μαρτυρεῖται καμμία συζήτησι γιὰ τέτοια τεχνικὰ θέματα. καὶ στὸ μωσαϊκὸ Νόμο λέει· «Ὅσοι γιὰ ὁποιοδήποτε λόγο δὲν μπορεῖτε νὰ ἑορτάσετε τὸ πάσχα στὶς τόσες τοῦ τάδε μηνός, θὰ τὸ ἑορτάζετε τὴν ἴδια μέρα τοῦ ἑπομένου μηνός» (Ἀρ 9,6-11). καὶ μιὰ φορὰ ἐπὶ Ἐζεκίου καὶ Ἠσαΐου, ἐπειδὴ δὲν πρόλαβαν νὰ ὁλοκληρώσουν τὶς προετοιμασίες γιὰ τὸν ἑορτασμό, τὸ ἀνέβαλαν γιὰ τὴν ἴδια μέρα τοῦ ἑπομένου μηνὸς γιὰ ὅλο τὸ ἔθνος· κι ὅταν τὸ ἑώρτασαν, τοὺς ἄρεσε τόσο πολύ, ποὺ τὸ ξαναεώρτασαν καὶ τὴν ἑπομένη ἑβδομάδα (Β΄ Πα 30,13-27). καὶ οὔτε ἐπὶ Ἠσαΐου οὔτε ἐπὶ Μ. Ἀθανασίου βρέθηκε κανεὶς ποὺ νὰ ἔχῃ ἀντίρρησι σὰν παλαιοημερολογίτης.
Τὸ 1582 ὁ Ἰταλὸς μὴ Χριστιανὸς ἀστρονόμος Λήλιος (Lelius) σχεδίασε τὸ νέο ἡμερολόγιο, τὸ σημερινό, ποὺ εἶναι τὸ ἀκριβέστερο ἀπ᾿ ὅλα. κι ὁ τότε πάπας Ῥώμης Γρηγόριος 13ος (1572 - 85), ἕνα πολὺ ἀνήθικο ἄτομο, τὸ χρησιμοποίησε. μὲ διαταγή του τὸ δέχτηκαν κι ὅλες οἱ παπικὲς χῶρες τῆς Εὐρώπης. καὶ λίγο ἔπειτα τὸ δέχτηκαν καὶ οἱ ἄσπονδοι ἐχθροὶ τοῦ πάπα Ῥώμης, οἱ προτεστάντες (λουθηρανοί, σβιγγλιανοί, καλβινισταί, κι ἀγγλικανοί), ποὺ εἶχαν φύγει ἀπὸ τὸν παπισμὸ 70 χρόνια πιὸ μπροστά, ἐκεῖνον δὲ τὸν καιρὸ (1582) τρώγονταν μὲ τοὺς παπικοὺς σὰν τὶς κεραμιδόγατες. ἡ Ἑλλάδα τὸ πῆρε τὸ 1923 ἀπὸ τὸ ἀγγλικὸ ἀστεροσκοπεῖο τοῦ Γκρήνουϊτς (Λονδῖνο), καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν ἀγγλικανικὴ αἵρεσι, οὔτε φυσικὰ ἀπὸ κανέναν πάπα ἢ ἄλλον αἱρετικό. καὶ ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ποὺ τὸ πῆρε ἀπὸ τὸ ἑλληνικὸ κράτος, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ τὸ ἐφαρμόσῃ μεσοχρονιά (Μάρτιο), ἄρχισε νὰ τὸ ἐφαρμόζῃ μετὰ 9 μῆνες ἀπὸ τὴν πρωτοχρονιὰ τοῦ 1924. τὸ ἡμερολόγιο, ὅπως μᾶς ἔδωσαν σιωπηρὸ παράδειγμα καὶ οἱ πατέρες τῶν 9 πρώτων αἰώνων, εἶναι πρᾶγμα ἐπιστημονικό, ἀστρονομικό, τεχνικό, καὶ δὲν ἔχει καμμία σχέσι μὲ τὴ Χριστιανικὴ πίστι κι ἐκκλησία καὶ λατρεία. κι ὅμως τὸ 1924, τότε καὶ γι᾿ αὐτὴ τὴν ἀλλαγή, ἔκαναν οἱ ὀρθοδοξαρᾶδες παλαιοημερολογῖτες τὸ σχίσμα τους κι ἔφυγαν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία. σὰ νὰ ἔκανε κάποιος σχίσμα τὸ 1948, ἐπειδὴ τότε ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Ἄγγλους πήραμε τ᾿ ἀντιβιωτικά (τὴν πενικιλλίνη), ἢ τὸ 1970, ἐπειδὴ τότε πήραμε τὸ ἠλεκτρικὸ ψυγεῖο ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Γερμανοὺς καὶ πετάξαμε τὶς παγωνιέρες! παίχτηκαν δὲ τότε κι ἄλλα πράγματα ἀνομολόγητα τὸ 1924 κατὰ τὴν ἀπόσχισι κι ἀποστασία τῶν παλαιοημερολογιτῶν. ἦταν κάποιοι μητροπολῖτες ποὺ ἤθελαν πάρα πολὺ νὰ γίνουν ἀρχιεπίσκοποι ἢ τοὺλάχιστον νὰ μετατεθοῦν σὲ πλουσιώτερες μητροπόλεις, ἀλλὰ καταλάβαιναν ὅτι δὲν θὰ τοὺς γίνῃ ἡ ἐπιθυμία τους· ἦταν κάποιοι ἀρχιμανδρῖτες ποὺ καίγονταν νὰ γίνουν μητροπολῖτες, ἀλλ᾿ ἔβλεπαν ὅτι δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα νὰ γίνουν· ἦταν κάποιοι λαϊκοὶ ποὺ εἶχαν μανία νὰ γίνουν παπᾶδες γιὰ τὰ τυχερὰ ποὺ λιγουρεύονταν, ἀλλ᾿ ἦταν κατάφορτοι ἀπὸ κωλύματα γιὰ ἱερωσύνη· ἦταν καὶ κάποιοι καλόγεροι καὶ λοιποὶ καιροσκόποι, ποὺ ξηρογλείφονταν κι ἔκαναν ὄρεξι ν᾿ ἁρπάξουν ἀπὸ γυναικεῖα μοναστήρια τὶς μισὲς τοὐλάχιστο καλόγριες, γιὰ νὰ τὶς νέμωνται αὐτοὶ σὰν εἰσπράκτορες καὶ νὰ τὶς ποιμαίνουν αὐτοί, γιὰ νὰ παρηγοροῦν ἔτσι καὶ τὴν ἀπαρηγόρητη ἀγαμία τους· καὶ ξαφνικὰ μέσα στὴν ἀπελπισία ὅλων τους τοὺς ἦρθε σὰν ἀπροσδόκητο κι ἀνεπανάληπτο κελεπούρι - εὐκαιρία, ποὺ «δὲν ἔπρεπε νὰ τὴ χάσουν», τοὺς ἦρθε τὸ «ἐπιβεβλημένο» σχίσμα «γιὰ τὸ πατροπαράδοτο κι ὀρθόδοξο ἡμερολόγιο». συνετέλεσαν κι ἄλλα πολλὰ κι ἀνομολόγητα, καθὼς καὶ κάποια ξεγλιστρήματα ἐνόχων ἀπὸ ἐπικείμενες ἐκκλησιαστικὲς κυρώσεις. εἶχαν ἐπίσης οἱ ἀρχηγοὶ τοῦ σχίσματος τότε τὴ βεβαιότητα ὅτι ἀπὸ τὰ 6.000.000 χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ, ποὺ εἶχε ἡ Ἑλλάδα τότε, θὰ πάρουν τὰ 4.000.000. παρέσυραν ὅμως μόνον 1.500.000, ποὺ καὶ δὲν τοὺς ἔμεινε· οὔτε τὸ ἕνα δέκατο. καὶ γιὰ ὅλ᾿ αὐτὰ πρέπει κάποτε νὰ γραφῇ μιὰ ἀκριβὴς καὶ πλήρης κι ἀμερόληπτη ἱστορία. κι ἐμένα μοῦ πρότεινε κάποτε ἕνας παλαιοημερολογίτης ἀρχιεπίσκοπος τοῦ Τορόντο νὰ μὲ χειροτονήσῃ μητροπολίτη Η.Π.Α., καὶ δὲν τοῦ ἀπάντησα. μοῦ ἔγραψε καὶ δεύτερο γράμμα, καὶ τὸν ἐνέπαιξα ὡς ἑξῆς. τὸν ῥώτησα πῶς ἀκριβῶς θὰ γίνουν οἱ διαδικασίες, μόλις ἀφιχθῶ στὸ Τορόντο, καὶ μοῦ εἶπε· «Πέμπτη ἂν φτάσῃς ἐδῶ, Παρασκευὴ σὲ κείρω μοναχό, Σάββατο σὲ χειροτονῶ διάκονο, Κυριακὴ πρεσβύτερο καὶ ἀρχιμανδρίτη, τὴν ἄλλη Κυριακὴ ἐπίσκοπο καὶ μητροπολίτη, καὶ τὴν τρίτη Κυριακὴ ἐνθρονίζεσαι στὴ μητρόπολί σου». τοῦ ἀπάντησα· «Χρειάζεται νὰ προσκομίσω βαφτισοχάρτι;». μοῦ ἀπαντάει ἔκπληκτος· «Βαφτισοχάρτι; ὄχι βέβαια!». καὶ τότε τοῦ ἔγραψα περίπου· «Δὲν ντρέπεσαι; λέτε ὅτι τὰ μυστήρια τοῦ νέου ἡμερολογίου εἶναι ἄκυρα, κι ἐγὼ βαπτίστηκα καὶ χρίστηκα μὲ τὸ νέο. δηλαδὴ, ὅταν θέλετε, τὰ μυστήριά μας εἶναι ἄκυρα, κι ὅταν βολεύεστε, εἶναι ἔγκυρα; τί ἐκκλησία εἶστε; ποιᾶς θρησκείας; δὲν ντρέπεσαι, ὑποκριτά; δέχεστε ἀπὸ τὸ νέο ἡμερολόγιο ὑποδίκους κι ἀποστάτες νεοημερολογῖτες ἐγγάμους πρεσβυτέρους χειροτονημένους, χωρὶς νὰ σᾶς ἐνοχλῇ ὅτι ἔχουν τὰ ἓξ πλὴν τοῦ εὐχελαίου μυστήρια (βάπτισμα, χρῖσμα, εὐχαριστία, ἐξομολόγησι, γάμο, χειροτονία) ἀπὸ τὸ νέο ἡμερολόγιο, τετελεσμένα μετὰ τὸ 1924, κι ἐξακολουθῆτε νὰ κηρύττετε ὅτι «τὰ μυστήρια τοῦ νέου ἡμερολογίου εἶναι ὅλα ἄκυρα»; καὶ δὲν ξέρεις οὔτε ἂν εἶμαι βαπτισμένος Χριστιανός, ἢ ἀβάπτιστος μωαμεθανὸς ἢ βουδδιστής! δὲν ντρέπεστε τυχοδιῶκτες! εἶστε Χριστιανοὶ ἐσεῖς;». δὲν μοῦ ἀπάντησε. ἐκτὸς ἂν μὲ καταράστηκε καὶ δὲν τὸ πῆρα εἴδησι. μοῦ ἔκανε ἐντύπωσι κι ὅτι κάτω ἀπὸ τὴν ὑπογραφή του, ἐκεῖ ποὺ κάποιοι ταπεινολογώντας γράφουν «ὁ ἐλάχιστος», ὁ δὲ πάπας Ῥώμης γράφει «servus servorum dei» (= δοῦλος τῶν δούλων τοῦ θεοῦ), αὐτὸς ἔγραφε «Ὁ σκώληξ τοῦ Τορόντο»! κάποιοι τέτοιοι λοιπὸν τὸ 1924 ξεσήκωσαν καὶ φανάτισαν καὶ κούρντισαν εὐεξαπάτητους καὶ ἀγρίους ζηλωτάς, κι ἔγιναν μητροπολῖτες καὶ παπᾶδες καὶ ποιμένες θηλυκῶν, καὶ καπεταναῖοι μιᾶς νεοφτιαγμένης «ἐκκλησίας», ὅσοι ἦταν δημαγωγοί, ἐνῷ οἱ ναρκισσικοὶ καὶ κομπλεξικοὶ καὶ κοκορῖκοι καὶ φανατικοὶ λαϊκοὶ χόρτασαν δασκαλίκι κι ἐπιχειρηματολογικὸ κοκοριλίκι, ὅπως οἱ χιλιασταί· κι ὅλοι μαζὶ ὡς συνωμότες μιᾶς ἀνομολόγητης σιωπηρῆς συμφωνίας ἔπηξαν τὸ σχίσμα τους, συμπαρασύροντας γιὰ ἐκμετάλλευσι καὶ πλήθη μπουνταλάδων ἢ ἐξαρτημένων γυναικοπαίδων. τώρα εἶναι περίπου 10.000 σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις, ἂν εἶναι ἀκόμη τόσοι· τότε ἦταν 1,5 ἑκατομμύριο. ἀλλὰ κι ἔτσι οἱ καιροσκόποι ἔφαγαν καλά· δυὸ μητροπολῖτες σ᾽ 1,5 ἑκατομμύριο, οὐσιαστικὰ καὶ εἰσπρακτικὰ εἶναι ἀρχιεπίσκοποι. σὺν τῷ χρόνῳ ὅμως, ὅσο λιγόστευε τὸ ποίμνιο, πλήθαιναν οἱ μητροπολῖτες κι ἀρχιεπίσκοποι, καὶ σχιζόμενοι σὲ δέκα παλαιοημερολογίτικες ἐκκλησίες, σὰν τοὺς προτεστάντες ποὺ ἀπὸ τέσσερες ἐκκλησίες ἔγιναν σήμερα χίλιες πενήντα, ἔγιναν καὶ οἱ παλαιοημερολογῖτες περίπου 90 μητροπολῖτες κι ἀρχιεπίσκοποι σὲ 10.000 ποίμνιο. καὶ εἶναι τώρα 10 διαφορετικὲς «ἐκκλησίες», πολὺ διαφορετικὲς μεταξύ τους, ποὺ ἀποκαλεῖ ἡ κάθε μία τὶς ἄλλες 9 «αἱρέσεις» καὶ «αἱρετικοὺς» καὶ ἡ κάθε μία θεωρεῖ τὰ μυστήρια τῆς ἄλλης ἄκυρα! ὀρθοδοξαράδικη μετεξέλιξι.
Ὁ ἴδιος πάπας Ῥώμης Γρηγόριος 13ος, τὸ ἴδιο ἐκεῖνο ἔτος 1582, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ χρῆσι τοῦ νέου ἡμερολογίου ἔκανε καὶ ἄλλα δύο πράγματα· πρῶτον, δηλαδὴ δεύτερον μετὰ τὴν προειρημένη ἀποδοχὴ τοῦ νέου ἡμερολογίου τοῦ Ληλίου, ἔκανε καὶ μιὰ Συλλογὴ τῶν κανόνων τῶν ἐκκλησιαστικῶν συνόδων μὲ πολλὰ δικά του σχόλια κατάφορτα μὲ παπικὲς παρλαπίπες καὶ διαστρεβλώσεις τῆς ἀληθείας καὶ κακοδοξίες καὶ κακοήθειες, τὴν ὁποία ἐπέγραψε Corpus Iuris Graecorum Canonicum, MDLXXXII(= 1582), ἀπ᾿ ὅπου ἀντλεῖ πάρα πολλά, πάντοτε μὲ τὴν παραπομπὴ Γιοῦρις Γραικόρουμ, ὁ Ἁγιορείτης Νικόδημος Καλλιβούρτσης στὶς σημειώσεις του στὸ Πηδάλιον (σελ. 95 187 250 303 594 615 616 625 661 674 731 733 754 756 κλπ.). ὁ ἴδιος Καλλιβούρτσης, ἐπειδὴ ὡς γόνος βενετοκρατουμένων Κυκλαδιτῶν ἤξερε ἰταλικά, μετέφρασε καὶ τρία παπικὰ - ἰησουητικὰ βιβλία, «Ἀόρατος πόλεμος» καὶ «Περὶ φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων» καὶ «Πνευματικὰ γυμνάσματα», καὶ γέμισε τὰ ὀρθόδοξα κλίματα μὲ παπικὲς καὶ ἰησουητικὲς ἀλογόμυγες.
(Ὅπως πολὺ πιὸ μπροστά, στὸ «ἁγιασμένο Βυζάντιο» ὁ βδελυρὸς πάπας Ῥώμης Σέργιος Α΄(687 - 701) μὲ τὴ δύναμι τοῦ ὑποχρεωμένου σ᾿ αὐτὸν αὐτοκράτορος Ἰουστιανιανοῦ Β΄, διωργάνωσε τὸ 692 τὴν «πενθέκτην οἰκουμενικὴν σύνοδον», τὴν «ἐν Τρούλλῳ», (= στὴν ὁλόχρυση θολοσκέπαστη αἴθουσα τελετῶν τοῦ ἀνακτόρου στὴν Κωνσταντινούπολι), μιὰ σύνοδο μὲ τὴν ὁποία ἤθελε πρώτιστα καὶ λάθρα καὶ κουτοπόνηρα νὰ σβήσῃ τὴν 6η οἰκουμενικὴ σύνοδο, ἡ ὁποία καταδικάζει ὡς αἱρετικὸ μονοθελήτη τὸν πάπα Ῥώμης Ὀνώριον Α΄ (625 - 638), πρᾶγμα ποὺ ἀναστάτωνε καὶ μέχρι σήμερα ἀναστατώνει τοὺς ἀλαθήτους πάπες Ῥώμης καὶ ὅλους τοὺς παπικούς, καὶ δὲν τὸ ἀντέχουν, δευτερευόντως δὲ ἤθελε νὰ ἐπιβάλῃ στὴν ἀνατολικὴ ὀρθόδοξη ἐκκλησία τὴν ὑποχρεωτικὴ ἀγαμία τῶν ἐπισκόπων, διότι μέχρι τότε στὸ Βυζάντιο οἱ ἐπίσκοποι ἦταν καὶ ἔγγαμοι, ὅπως ὁ πατέρας τοῦ Γρηγορίου Ναζιανζηνοῦ, κι ὁ Ἱλάριος Πικταβίου, κι ὁ πατριάρχης Άλεξανδρείας ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων, καὶ πολλοὶ ἄλλοι. κι αὐτὴ ἡ κακόδοξη σύνοδος βρίσκεται, ἀκόμη σφηνωμένη στὸ Συνοδικὸν τῆς ἐκκλησίας (= Πηδάλιον). ὑπάρχει δὲ στὸ Πηδάλιον καὶ ἄλλη αἱρετικὴ καὶ κακόδοξη σύνοδος, ἡ ἀρειανικὴ σύνοδος Ἀντιοχείας μὲ τὴν ὁποία ὁ ἀρχηγὸς τῶν ἀρειανῶν Εὐσέβιος Καισαρείας καὶ οἱ ἀρειανοὶ καθῄρεσαν ἐρήμην καὶ ἀφώρισαν καὶ ἐξώρισαν τὸν Μ. Ἀθανάσιο· ὅσον τὸ ἐπ᾿ αὐτοῖς βέβαια).
Ἔτσι λοιπόν, ἐπειδὴ ἐπὶ τοῦ Ναξίου Ἁγιορείτου Νικοδήμου Καλλιβούρτση ἡ πατρίδα του Νάξος εἶχε τὸ μισὸ πληθυσμό της παπικό, εἶχε κι ὁ ἴδιος ἀπὸ ἀσυναίσθητη παπικὴ ἐπίδρασι πολλοὺς παπικοὺς ἐθισμούς, τοὺς ὁποίους ἀπὸ ἀμάθεια ἢ ἀκρισία μᾶς πασσάρει στὶς ἄφθονες καὶ φλύαρες καὶ ἄκριτες ὐποσημειώσεις του στὸ περιβόητο Πηδάλιον μὲ τὴ βλάσφημη αὐτὴ ὀνομασία του· μόνο ἡ Ἁγία Γραφὴ μπορεῖ νὰ λέγεται Πηδάλιον.
Ἔτσι μὲ τὸν ἴδιο τρόπο κι ὁ πάπας Ῥώμης Γρηγόριος 13ος, πάλι κατὰ τὸ ἴδιο ἔτος 1582, τρίτον, «εὐλόγησε» καὶ –χωρὶς νὰ τὸ κατηχήσῃ!– «ἐκχριστιάνισε» τὸ εἰδωλολατρικὸ - βουδδιστικὸ - μωαμεθανικὸ κομποσχοίνι (ὅπως οἱ παπικοὶ τότε καὶ τὰ ζαρκάδια τὰ βάφτιζαν μαρούλια, γιὰ νὰ τὰ τρῶν τὴ Σαρακοστή χωρὶς ν᾽ ἁμαρτάνουν), τὸ ὁποῖο κομποσχοίνι ἀπὸ τοὺς βουδδιστὰς Πακιστανοὺς, ὅταν ἐξισλαμίστηκαν, τὸ πῆραν ὅλοι οἱ μωαμεθανοὶ τῶν χωρῶν Περσίας (Ἰρὰν) - Μεσοποταμίας (Ἰρὰκ) - Συρίας - Παλαιστίνης - Τουρκίας· καὶ οἱ Μωαμεθανοὶ Παλαιστινοὶ ὡς μολυσματικοὶ ἡττημένοι τὸ μετέδωσαν στοὺς νικητὰς Φράγκους σταυροφόρους, καὶ οἱ Φράγκοι σταυροφόροι τὸ διέδωσαν σ᾿ ὅλη τὴν Εὐρώπη· καὶ οἱ ἀλάθητοι πάπες Ῥώμης, τὸ ἀπαγόρευσαν μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τοὺς ἀγνοήσουν οἱ Εὐρωπαῖοι, γράφοντάς τους στὰ τσαρούχια τους, καὶ οἱ ἀλάθητοι πάπες Ῥώμης κατάλαβαν ὅτι θὰ εἶναι πιὸ ἀλάθητοι, ἂν τὸ εὐλογήσουν, κι ὁ πιὸ ἀλάθητος πάπας Ῥώμης Γρηγόριος 13ος τὸ «εὐλόγησε», κι ἀφοῦ τὸ «εὐλόγησε», τὸ ἔδωσε ὡς ἀλάθητη εὐλογία στοὺς παπικοὺς μοναχοὺς καὶ μοναχὲς καὶ οὐνῖτες, καὶ οἱ πουλημένοι στὸν πάπα Ῥώμης γενίτσαροι - οὐνῖτες τῆς βενετοκρατούμενης τότε Κρήτης λίγο πρὸ τοῦ 1669 τὸ μετέδωσαν σὰν ψώρα μὲ τὴν ὕπουλη προπαγάνδα τους στοὺς ὀρθοδόξους Κρῆτες καὶ Συρίους καὶ Ναξίους· καὶ οἱ ὀρθόδοξοι ἐκεῖνοι νησιῶτες, ὅταν πήγαιναν γιὰ μοναχοὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος, «τὸ κάστρο αὐτὸ τῆς ὀρθοδοξίας μὲ τὰ τετρακόσια σήμαντρα καὶ τὶς ἑξηνταδυὸ κερκόπορτες καὶ ἀλάθητο φίλτρο τοῦ ὀρθοδοξεῖν», τὸ πάσσαραν στοὺς ὑπερορθοδόξους Ἁγιορεῖτες, τοὺς «θεματοφύλακες τῆς ὀρθοδοξίας καὶ τῶν ἱερῶν παραδόσεων», (ὅπως ὁ Κρητικὸς Ἁγιορείτης Ἀγάπιος Λάνδος τότε, ὁ «συγγραφεὺς» τοῦ βιβλίου «Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία», ποὺ τὸ μετέφρασε ἀπὸ ἕνα γαλλικὸ ὁμοιότιτλο βιβλίο μὲ τὰ καταπληκτικὰ «Θαύματα τῆς παπικῆς Παναγίας τῆς Λούρδης», καὶ τὸ τύπωσε στὴν παπικὴ Βενετία σὲ παπικὸ τυπογραφεῖο ἐλεγχόμενο ἀπὸ τὸν πάπα Ῥώμης)· καὶ οἱ Ἁγιορεῖτες διέδωσαν σὰ χιλιαστικὴ φυλλάδα τὸ βουδδιστικὸ - ἰσλαμικὸ - παπικὸ μπιχλιμπίδι σ᾿ ὅλες τὶς ὀρθόδοξες χῶρες. ἔτσι αὐτὸ τὸ ψευδορθόδοξο κοντὲρ τῶν ἀντανακλαστικῶν καὶ μὴ ἐνσυνειδήτων προσευχῶν καὶ πολλὲς φορὲς ὑποκατάστατο πάσης ἐκκλησιαστικῆς ἀκολουθίας, τὸ εἰδωλολατρικὸ - βουδδιστικὸ - μωαμεθανικὸ - παπικὸ - καλογερικὸ λεριασμένο μάλλινο σκουπίδι, ῥίζωσε στὸ ὀρθόδοξο φρόνημα σὰν ἀθεράπευτος ἀχινόκοκκος· τὸ πέρασαν ἀναδρομικῶς καὶ σὲ εἰκονίσματα ἀρχαίων ἀββάδων, ὅπως θὰ ζωγράφιζε κανεὶς τὸν ἀββᾶ Ἀντώνιο μὲ μπότες καὶ σπιρούνια καὶ καουμπόικο περίστροφο.
Καὶ σήμερα οἱ παλαιοημερολογῖτες, ποὺ «ἔχονται ἀπρὶξ τῶν ἱερῶν παραδόσεων», ἀκόμη κι ἂν τοὺς κόψουν τὰ λαιμά, δὲν δέχονται τὸ ἡμερολόγιο «τοῦ πάπα Γρηγορίου» ἢ «γρηγοριανό», ὅπως τὸ λὲν μὲ κακεντρέχεια, τὸ ὁποῖο δὲν ἔχει καμμιὰ σχέσι μὲ τὴν πίστι τὴν ὁμολογία τὰ δόγματα καὶ τὴ λατρεία, ἀλλὰ δέχονται καὶ χρησιμοποιοῦν καὶ τὶς παπικὲς ὑποσημειώσεις - διδασκαλίες τοῦ ἴδιου πάπα Ῥώμης Γρηγορίου 13ου διὰ μέσου τοῦ Ἁγιορείτου Νικοδήμου Καλλιβούρτση, καὶ τὸ βουδδιστικὸ - μωαμεθανικό - παπικὸ κομποσχοίνι τοῦ ἴδιου πάπα, τὸ ὁποῖο εἶναι θρησκευτικὸ - εἰδωλολατρικὸ καὶ χρησιμοποιεῖται στὴ λατρεία καὶ στὴν προσευχή. δὲν τοὺς ἐνοχλοῦν τόσα καὶ τόσα ἀντιχριστιανικὰ παπικὰ σκουπίδια, ποὺ δέχονται καὶ ὑπερασπίζονται μὲ λυσσασμένο φανατισμό, ἀλλὰ τοὺς ἐνοχλεῖ τὸ ἄσχετο μὲ τὴν πίστι τὴν ὀρθοδοξία καὶ τὴ λατρεία ἡμερολόγιο τοῦ Ληλίου· τόσο πολὺ τοὺς ἐνοχλεῖ, ποὺ γι᾿ αὐτὸ ἔκαναν σχίσμα σχίζοντας τὴν ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. ἡ νοοτροπία τους μοῦ θυμίζει ἕνα παλιὸ καλαμπούρι γιὰ κάποιον ποὺ εἶχε τὸ κακόηχο ὄνομα Μενέλαος Βλάκας· ἀλλ᾿ ἦταν κιόλας. καὶ ὅλοι οἱ φίλοι του τοῦ ἔλεγαν δειλὰ δειλά· «Τί ὄνομα εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔχεις, βρὲ Μενέλαε;» καὶ «Πήγαινε κι ἄλλαξε τ᾿ ὄνομά σου, βρὲ Μενέλαε», κλπ.. καὶ κάποτε πῆγε νὰ τ᾿ ἀλλάξῃ. τοῦ λέει ὁ δικαστὴς μὲ τάκτ· «Μὰ βέβαια, κύριε Μενέλαε, πῶς τὸ ἄντεχες τόσα χρόνια τέτοιο ὄνομα; ὁπωσδήποτε πρέπει νὰ τὸ ἀλλάξῃς· πῶς θέλεις νὰ τὸ κάνουμε;». καὶ λέει ὁ Βλάκας· «Νὰ τοῦ ἀλλάξουμε μόνο δύο συλλαβές, ὄχι παραπάνω». «Ναί», τοῦ λέει ὁ δικαστής, «ἀκριβῶς δυὸ συλλαβὲς ἂν τοῦ ἀλλάξουμε, θὰ ἔχῃς ἕνα καλὸ ὄνομα. πῶς θέλεις νὰ τὸ κάνουμε λοιπόν;». καὶ λέει ὁ κ. Μενέλαος· «Νὰ τὸ κάνουμε Νικόλαος Βλάκας»! τέτοια σὰν τὴ νοημοσύνη τοῦ κ. Βλάκα εἶναι ἡ ποιότης τῆς ὁρθοδοξίας τῶν παλαιοημερολογιτῶν· καὶ σὰν τὴν ἐπιστημοσύνη τῶν βιβλικῶν θεολόγων. νὰ μὴν πῶ τώρα καμμιὰ χωριάτικη παροιμία. οἱ παλαιοημερολογῖτες κάνουν ἀκριβῶς ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ Χριστὸς γιὰ τοὺς ὑποκριτάς· «Περνοῦν τὸ κουνούπι ἀπὸ πυκνὸ στραγγιστήρι, ἀλλὰ καταπίνουν τὴν καμήλα».
Ἄντε βρὲς ἄκρη μὲ τοὺς ζηλωτὰς παλαιοημερλογῖτες! ἄντε ψάξε νὰ βρῇς ἀπὸ ποῦ πηγάζει ἡ ἀκατάσχετη «ὀρθοδοξία» τους! ἄντε βρὲς τὴ «λογική» τους! εἶναι ὅλοι τους μεγάλοι τσοκαροειδεῖς διδάχοι· ὁλόιδιοι μὲ τοὺς χιλιαστάς. ἡδονίζονται νὰ σοῦ κουνοῦν τὸ δάχτυλο διδασκαλικῶς. πῶς μπορεῖς νὰ τοὺς κόψῃς αὐτὸν τὸ φθονερὸ καὶ κομπλεξικὸ ἡδονισμό τους;! αὐτὸ τὸ θεριακλήκι τους;! αὐτὴ τὴ ναρκομανία τους κι ἐξάρτησί τους μὲ τὴν ὁποία μαστουρώνονται καὶ ἡδονίζονται;! αὐτοὶ εἶναι «οἱ θεματοφύλακες τῆς ὀρθοδοξίας», εἴπαμε, καὶ «τὸ ἀλάθητο φίλτρο τῶν ἱερῶν παραδόσεων καὶ τοῦ ὀρθοδοξεῖν», καὶ φωλιάζουν στὸ «κάστρο τῆς ὀρθοδοξίας», καὶ παρορμῶνται καὶ ἀφορμῶνται ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ ἀπόρθητο κάστρο τῶν ζάπλουτων ἀκτημόνων, καὶ ἀλαθήτων τσόκαρων, καὶ ἀγάμων ποὺ τοὺς τρέχουν τὰ σάλια ἀπὸ κάψα νὰ ποιμαίνουν θηλυκά, τῶν εὐερέθιστων κι ἐριστικῶν καὶ φασαρτζήδων «ἡσυχαστῶν» καὶ ὀρθοδοξαράδων.