Ὁ Χριστιανὸς ποὺ ἔχει μέσα του ἅγιο πνεῦμα καὶ εἶναι, ὅπως λέμε, ἄνθρωπος πνευματικός, εἶναι σὰν ἕνα δέντρο ποὺ καρποφορεῖ ἀρετές. καὶ τέτοιες, ὅπως λέει ὁ Παῦλος στὴν Πρὸς Γαλάτας (5,22), εἶναι οἱ ἑξῆς· ἀγάπη χαρὰ εἰρήνη μακροθυμία χρηστότης ἀγαθωσύνη πίστις πρᾳότης ἐγκάρτεια. χρηστότης εἶναι ἡ ἐπιείκεια καὶ πίστις ἡ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων πίστι, ἡ ἀξιοπιστία. πρώτη ἔχει τὴν ἀγάπη, αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία στὴν Α’ Πρὸς Κορινθίους ὁ ἴδιος γράφει ὅτι εἶναι ἡ μεγαλείτερη ἀρετή. γράφει· Νυνὶ δὲ μένει πίστις ἐλπὶς ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη(Α’ Κο 13,13). κι ὁ Ἰωάννης στὴν Α’ Ἐπιστολή του λέει ἐκεῖνο τὸ καταπληκτικό, ὅτι Ὁ θεὸς ἀγάπη ἐστίν (4,8). 
        Ἡ λέξι ἀγάπη ἦταν ἄγνωστη στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα. δὲν ἀνευρίσκεται σὲ κανένα κείμενο τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας. συναντᾶται γιὰ πρώτη φορὰ στὴ Βίβλο 120 φορές, 15 στὴν Π. Διαθήκη κι 105 στὴν Καινή. ἔπειτα συναντᾶται στὰ κείμενα τῶν Χριστιανῶν. εἶναι πατέντα βιβλικὴ καὶ χριστιανική. οἱ εἰδωλολάτρες, ποὺ ὑπῆρχαν μέχρι τὸ 600 μ.Χ., οὐδέποτε ἔγραψαν τὴ λέξι ἀγάπη, οὔτε μετὰ Χριστόν.
        Στὴν Π. Διαθήκη ἡ λέξι ἀγάπη, συναντᾶται τὶς 13 φορὲς (11 στὸ ᾎσμα καὶ 2 στὶς Βασιλεῖες) μὲ τὴ σημασία τῆς ἐρωτικῆς ἀγάπης τοῦ ἀντρὸς πρὸς τὴν κοπέλλα του, τὶς δὲ ἄλλες 2 φορὲς (1 στὸν Ἐκκλησιαστὴ καὶ 1 στὸν Ἰερεμία) μὲ τὴ σημασία τῆς ἁπλῆς ἀγάπης μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. στὴν Κ. Διαθήκη σημαίνει πάντα τὴν ἐντελῶς πνευματικὴ χριστιανικὴ ἀγάπη καὶ συναντᾶται πιὸ πολὺ στὶς Ἐπιστολὲς τοῦ Παύλου.     
        Ἀνεκτίμητοι θησαυροὶ εἶναι ὅσα λέγονται γιὰ τὴν ἀγάπη στὴν Κ. Διαθήκη. καὶ εἶναι τόσο πολλά, ποὺ χρειάζεται πολὺς χρόνος καὶ χῶρος γιὰ ν᾿ ἀναπτυχθοῦν. θὰμνημονεύσω μόνο λίγα ποὺ διάλεξα. ἕνα εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἀνέφερα κιόλας τοῦ Ἰωάννου (Α’ ᾿Ιω 4,8) ὅτι Ὁ θεὸς ἀγάπη ἐστί. κιἄλλο ἕνα ἀπὸ τὸ Κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο (3,16) ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ Χριστὸς στὸΝικόδημο· Οὕτως ἠγάπησεν ὁ θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. ’’Τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ θεὸς τὸν κόσμο, ὥστε γιὰ τὴ σωτηρία του καὶ γιὰ τὴν αἰώνια ζωή του τοῦ ἔδωσε ἀκόμη καὶ τὸ μονάκριβο γιό του’’· δηλαδὴ τὸν θυσίασε. δὲν εἶπε τὴ λέξι θυσία στὸ Νικόδημο, ἐπειδὴ ἦταν ἀκόμη πολὺ νωρίς. δὲν θὰ περνοῦσαν ὅμως οὔτε τρία χρόνια, κι ὁ Νικόδημος θὰ τὴν ἔβλεπε αὐτὴ τὴν τόση ἀγάπη, ὅταν μαζὶ μὲ τὸν Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴν Ἀριμαθαία θὰ ξεκάρφωνε τὸ συνομιλητή του νεκρὸ ἀπὸ τὸ σταυρό, γιὰ νὰ τὸν θάψῃ. καὶ τότε ὁ νεκρὸς συνομιλητής του τοῦ εἶπε, μὲ ἔργο θυσίας καὶ ὄχι μόνο μὲ λόγο, πῶς ἔδωσε ὁ θεὸς γιὰ τὸν κόσμο τὸ μονάκριβο γιό του, καὶ πόσο πολὺ τὸν ἀγαπάει. στὸ ἴδιο Εὐαγγέλιο (Ἰω 15,13) ὁ Κύριος, λίγο πρὶν τὸν συλλάβουν γιὰ νὰ τὸν ἐκτελέσουν, λέει Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς· μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει ἵνα τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ. ’’Ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο ὅπως σᾶς ἀγάπησα ἐγώ. δὲν ὑπάρχει ἀγάπη μαγαλείτερη ἀπὸ τὸ νὰ θυσιάσῃ κανεὶς τὴ ζωή του γιὰ κείνους ποὺ ἀγαπάει’’.
        Καὶ ὁ Παῦλος, γράφοντας γιὰ τὴν ἀγάπη ἀνάμεσα στὸν Κύριο καὶ στὸν πιστό του στὴν Πρὸς Ῥωμαίους (8,35), ῥωτάει· Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; ’’Ποιός μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσῃ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ;’’. ὅταν δηλαδὴ ὁ Χριστὸς μᾶς κρατάῃ στὴν ἀγκαλιά του μὲ τὴν πανίσχυρη ἀγάπη του, ποιός μπορεῖ νὰ μᾶς ἀποσπάσῃ ἀπ᾿ αὐτή; ἐκεῖνο ὅμως ποὺ εἶναι, ὅπως χαρακτηρίστηκε, ὁ ὕμνος τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης εἶναι τὸ σχετικὸ κεφάλαιο (13) τῆς Α’ Πρὸς Κορινθίους Ἐπιστολῆς του. ἀντὶ ἄλλων παραθέτω τὴ μετάφρασί του.
 
12
13
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
  
 
 
  
 
14
31
 1
 2
 
 
 3
 4
 
 5
 6
 7
 
 8
 9
10
11
 
12
 
13
 1
    Ἔχω ἀκόμη νὰ σᾶς δείξω τὸν πιὸ ὑπέροχο δρόμο. ἐὰν μιλῶ τὶς γλῶσσες τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ἀγγέλων, καὶ δὲν ἔχω ἀγάπη, εἶμαι ἕνας χαλκὸς ποὺ βροντάει ἢ ἕνα κύμβαλο ποὺ ἀλαλάζει. κι ἂν ἔχω προφητεία καὶ ξέρω ὅλα τὰ μυστικὰ κι ὅλη τὴ γνῶσι, κι ἂν ἔχω ὅλη τὴν πίστι, ὥστε νὰ μετατοπίζω βουνά, καὶ δὲν ἔχω ἀγάπη, δὲν εἶμαι τίποτε. κι ἂν ταΐσω ὅλα τὰ ὑπάρχοντά μου, κι ἂν παραδώσω τὸ σῶμα μου νὰ καῶ, καὶ δὲν ἔχω ἀγάπη, δὲν ὠφελοῦμαι τίποτε. ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, δείχνει ἐπιείκεια, ἡ ἀγάπη δὲν ζηλεύει, ἡ ἀγάπη δὲν σαχλαμαρίζει, δὲν φουσκώνει, δὲν ἀσχημονεῖ, δὲν γυρεύει τὰ δικά της, δὲν ἐξοργίζεται, δὲν σκέφτεται τὸ κακό, δὲν χαίρεται μὲ τὴν ἀδικία, χαίρεται δὲ μαζὶ μὲ τὴν ἀλήθεια· ὅλα τὰ σκεπάζει, ὅλα τὰ παραδίνει μ᾿ ἐμπιστοσύνη, ὅλα τὰ ἐλπίζει, ὅλα τὰ ὑπομένει. ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει. εἴτε δὲ προφητεῖες, θὰ καταργηθοῦν· εἴτε γλῶσσες, θὰ σταματήσουν· εἴτε γνῶσι, θὰ καταργηθῇ. μερικῶς δὲ γνωρίζουμε καὶ μερικῶς προφητεύουμε· κι ὅταν ἔρθῃ τὸ τέλειο, τότε τὸ μερικὸ θὰ καταργηθῇ. ὅταν ἤμουν νήπιος, σὰ νήπιος μιλοῦσα, σὰ νήπιος φρονοῦσα, σὰ νήπιος σκεφτόμουν· ὅταν ὅμως ἔγινα ἄντρας, κατάργησα τὰ τοῦ νηπίου. γιατὶ τώρα βλέπουμε ἀπὸ καθρέφτη, αἰνιγματικά, τότε ὅμως πρόσωπο μὲ πρόσωπο· τώρα γνωρίζω μερικῶς, τότε θὰ γνωρίζω πλήρως ὅπως καὶ ἔγινα γνωστός. καὶ τώρα πιὰ μένει ἡ πίστι ἡ ἐλπίδα ἡ ἀγάπη, τὰ τρία αὐτά· ἀνώτερη δὲ ἀπ᾿ αὐτὰ ἡ ἀγάπη. τρέξτε γιὰ τὴν ἀγάπη. 
 
 
Μελέτες 5 (2008)