ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑ, μητροπολίτου Πενταπόλεως, Ψαλτήριον τοῦ προφητάνακτος Δαυΐδ (ἐντεταμένον εἰς μέτρα κατὰ τὴν τονικὴν βάσιν μετὰ ἑρμηνευτικῶν σημειώσεων), Β΄ ἔκδοσις τοῦ Ν. Δ. Παναγοπούλου, ᾿Αθῆναι 2003 (ἡ Α΄ ἔκδοσις τοῦ μεταφραστοῦ-ποιητοῦ, ᾿Αθῆναι 1908)· Φιλολογικὸ προλόγισμα Νικολάου Α. Ε. Καλοσπύρου· Σημείωμα προλογικὸν καὶ σχόλια πρόσθετα (353) Διονυσίου Μπιλάλη.

῾Η παροῦσα βιβλιοκρισία ἀναφέρεται ὄχι στὸ ἔργο τοῦ μεταφραστοῦ-ποιητοῦ, ἀλλὰ στὸ ἔργο τῶν ἐκδοτῶν· ὅπως δηλαδὴ θ᾿ ἀναφερόταν κανεὶς βιβλιοκριτικῶς σὲ μιὰ ἔκδοσι τοῦ ῾Ομήρου, χωρὶς ν᾿ ἀσκῇ βιβλιοκρισία στὸν ῞Ομηρο.
Τὸ ἔργο τοῦ ἐμπορικοῦ ἐκδότου Παναγοπούλου λαμπρό· καλοδιαλεγμένα καὶ καλοβαλμένα τυπογραφικὰ στοιχεῖα, ἐκλεκτὸ χαρτί, διατήρησι τοῦ σχήματος τῆς ἀρχικῆς ἐκδόσεως καὶ φωτομηχανικὴ ἀναπαραγωγὴ τῆς σελίδος τίτλου ἐκείνης, ἄριστη καλλιτεχνικὴ βιβλιοδεσία. δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρχῃ μιὰ ἔκδοσι καλλίτερη.
Τὸ ἔργο τοῦ συντάκτου τοῦ Φιλολογικοῦ Προλογίσματος (σ. 7-61) Νικολάου Καλοσπύρου εἶναι μιὰ εἰσαγωγή, ἀπὸ τὴν ὁποία στὴν ἐκδιδόμενη μετάφρασι τοῦ Ψαλτηρίου ταιριάζουν μόνον ὅσα γράφονται στὶς σελίδες 7-22 καὶ 48-61. ὅσα γράφονται στὶς σελίδες 22-47 δὲν εἶναι ἀπαραίτητα· ἁπλῶς ὁ συντάκτης πιάστηκε ἀπὸ μιὰ ἀφορμή, γιὰ νὰ τὰ πῇ, ἐπειδὴ δείχνουν πόση ἐνημέρωσι ἔχει πάνω στὴ νεώτερη ξένη βιβλιογραφία γιὰ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. στὸ πρῶτο μέρος ἐκείνων ποὺ σχετίζονται μὲ τὴν ἔκδοσι (σσ. 7-22) ἀποδίδει στὸ μεταφραστὴ πράγματα ποὺ ὁ ἴδιος ὁ μεταφραστὴς δὲν θὰ τὰ φανταζόταν γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τὸ ἐν λόγῳ ἔργο του, ἐνῷ τὸ δεύτερο (σσ. 48-61) εἶναι τὸ πιὸ ἐπιτυχημένο· εἶναι μιὰ ἀρκετὰ καλὴ καὶ τελείως ταιριαστὴ ἔρευνα γιὰ τὶς ἔμμετρες καὶ πεζογραφικὲς νεοελληνικὲς μεταφράσεις κι ἑρμηνεῖες τοῦ Ψαλτηρίου, ἀπὸ τὴν ὁποία ὅμως ἀπουσιάζουν οἱ πασίγνωστες μεταφράσεις ῾Ιλαρίωνος, Βάμβα, Γιαννακοπούλου, καὶ Κολιτσάρα. ἡ μετάφρασι τοῦ Βάμβα μάλιστα εἶναι ἐκείνη στὴν ὁποία βασίστηκε ὁ μεταφραστὴς τῆς ἐν λόγῳ ἔμμετρης μεταφράσεως κατὰ τὴν ἴδια του τὴν ὁμολογία (σ. 86, παράγραφος πρώτη). τὰ δὲ ὅσα γράφονται στὸ Φιλολογικὸ Προλόγισμα γιὰ τὸ ὅτι ὁ μεταφραστὴς-ποιητής, σὲ κρίσιμες περιπτώσεις, προτιμάει τὸ δῆθεν αὐθεντικώτερο μασοριτικὸ κείμενο ἀντὶ τῶν ῾Εβδομήκοντα, καὶ μέσα στοὺς ῾Εβδομήκοντα προτιμάει τὴν πιὸ φθαρμένη ἀλεξανδρινὴ παράδοσι τοῦ κειμένου τοῦ Ψαλτηρίου ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοσί του τὴν κείμενη στὰ πλεῖστα τῶν χειρογράφων, ἤτοι σ᾿ ὅλα τὰ λειτουργικά, καὶ σ᾿ ὅλα τὰ λειτουργικὰ ἔντυπα τοῦ Ψαλτηρίου (σσ. 18-22), δὲν ἔπρεπε νὰ λεχθοῦν ὡς ἔπαινος, διότι κάτι τέτοιο δὲν εἶναι οὔτε ἐκκλησιαστικὸ οὔτε κι ἐπιστημονικό. ἀρκοῦσε μιὰ ἁπλῆ ἀναφορὰ τῶν προτιμήσεων τοῦ μεταφραστοῦ. παρέλειψε δὲ ν᾿ ἀναφερθῇ στὴ γνώμη τοῦ μεταφραστοῦ (σσ. 79-80) γιὰ τοὺς ποιητὰς τῶν Ψαλμῶν, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο εἶναι αἴτημα τοῦ κάθε ἀναγνώστου ἀπὸ ἕνα τόσο καὶ τέτοιο προλόγισμα, ὑπερπενταπλάσιο τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ μεταφραστοῦ.
Τὸ ἔργο τοῦ ἐπιμελητοῦ τῆς ἐκδόσεως Διονυσίου Μπιλάλη, σημείωμα 12 σελίδων (σ. 63-74) καὶ 353 εἰσαγωγικὰ κριτικὰ κι ἑρμηνευτικὰ σχόλια, τὰ ὁποῖα παρεμβάλλονται ἀνάμεσα στὰ σχόλια τοῦ μεταφραστοῦ ἢ συμπληρώνουν μερικὰ ἀπὸ κεῖνα, καὶ εἶναι διακριτὰ κι ἐπισημασμένα, εἶναι ἔργο οὐσιῶδες, εὔστοχο, ἀπαραίτητο, καὶ πολὺ σημαντικό. ἡ ἐπιστημονικὴ ἀκρίβεια καὶ πληρότης τοῦ Σημειώματος καὶ ἡ λιτότης καὶ σαφήνεια τοῦ λόγου του, ἡ ἐμφαινόμενη καὶ σ᾿ αὐτὸ καὶ στὰ σχόλια ἐπιστημονικὴ κατάρτισί του καὶ ὁ πολὺς κόπος του γιὰ ζητήματα τόσο ἐπιστημονικὰ ὅσο καὶ τυποτεχνικά, εἶναι πολὺ ἐντυπωσιακά. θὰ χαιρόταν καὶ θὰ ὡμολογοῦσε εὐγνωμοσύνη στὸν ἐπιμελητή, ἂν ζοῦσε σήμερα, ὁ μεταφραστὴς γιὰ τὸ τέτοιο ἔργο τοῦ ἐπιμελητοῦ τῆς ἐκδόσεώς του. πρέπει ἐπίσης νὰ ἐπισημανθῇ καὶ τὸ πόσο εὔστοχα καὶ σεμνὰ κινεῖται ὁ ἐπιμελητὴς ἀνάμεσα στὴν ἀπαραίτητη παρέμβασί του καὶ στὸ σεβασμὸ πρὸς τὸ κείμενο ποὺ ἐπιμελεῖται καὶ ποὺ τὸ διατηρεῖ ἀπολύτως ἀπείραχτο.
Γενικῶς ἡ ἔκδοσι εἶναι ἐκλεκτή. μὲ τέτοιες ὑποδειγματικὲς ἐκδόσεις πρέπει, νομίζω, νὰ ἐπανεκδίδωνται ἔργα σπουδαίων συγγραφέων τοῦ παρελθόντος, ὅπως εἶναι οἱ Εὐγένιος Βούλγαρις, Νικηφόρος Θεοτόκης, ᾿Αθανάσιος Πάριος, Θεόφιλος Καμπανίας, Νικόδημος ῾Αγιορείτης, καὶ ἄλλοι τοῦ αὐτοῦ ἀναστήματος.

Συμβολὴ 4 (2004)