Ὅτι οἱ παϊσιανοὶ πηγαίνουν φιρὶ - φιρὶ ν̉ ἁγιοποιήσουν τὸν Παΐσιο, ποὺ εἶναι ὄχι ἁπλῶς ὁ ἅγιός τους, ἀλλ̉ ὁ θεούλης των, εἶναι πιὰ φανερὸ σ̉ ὅλο τὸν κόσμο. ἡ ὑπόθεσι αὐτὴ ὅμως ἔχει κάτι τὸ πολὺ ἄδικο. ἐνῷ δηλαδὴ οἱ παϊσιανοὶ μποροῦν ἀτιμωρητὶ κι ἐλεύθερα νὰ προπαγανδίζουν τὴν ἁγιοποίησι τοῦ θεούλη τους καὶ νὰ ἐξυμνοῦν τὸν Παΐσιο καὶ νὰ τὸν ἀνεβάζουν ἄφοβα κι ἀθεόφοβα στὸ ἐπίπεδο τοῦ θεοῦ, ἐνῷ μαζεύουν παϊσιόχωμα ἀπὸ τὸν τάφο του καὶ τὄχουν σὰν τίμιο ξύλο, καὶ μ̉ αὐτὸ γεμίζουν κούφια σταυρουδάκια καὶ φυλαχτὰ καὶ χαϊμαλιά, μιὰ λαχτάρα ποὺ γιὰ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ δὲν τὴν ἔχουν, ἀφοῦ γιὰ κεῖνο δὲν κάνουν κι ἔτσι, πρᾶγμα ποὺ εἶναι καὶ κακόδοξο καὶ βλάσφημο, ἐνῷ ἀνεβάζουν τὸν Παΐσιο στὴν προπτωτικὴ κατάστασι τῆς ἀναμαρτησίας κατὰ τὴν ὁποία σὰν τὸν Ἀδὰμ συναναστρέφεται ἄφοβα τὰ ἄγρια κι ἐπικίνδυνα ζῷα καὶ ψιλοκουβεντιάζει μὲ γάτες ὀχιὲς σαῦρες ποντίκια κατσαρίδες κλπ., ἐνῷ λὲν καὶ κάνουν γιὰ τὸν Παΐσιο ὅσα ταιριάζουν μόνο στὸ θεό, κι ἀποκρύβουν ἐπιμελῶς ἢ ἀγνοοῦν τ̉ ἀντρικά του χρόνια 20 μέχρι 35, πρὶν μονάσῃ, καὶ τὸ πόσον καιρὸ ἔμεινε στὸ μοναστήρι ὅπου ἐκάρη μοναχός, καὶ τὰ 10 πρῶτα χρόνια του ὡς μοναχοῦ, ἂν κάποιοι ἀπὸ αὐτοψία καὶ προσωπικὴ πεῖρα ἔχουν νὰ καταθέσουν κάτι τὸ ἀντίθετο, αὐτοὶ δὲν μποροῦν νὰ μιλήσουν, γιατὶ ἀντιμετωπίζουν ἀκόμη καὶ ποινικὲς κυρώσεις. δὲν θὰ ἔπρεπε ὅμως νὰ ὑπάρχῃ τόσο ἄνιση μεταχείρισι μαρτύρων καὶ δὲν εἶναι καὶ χριστιανικό.
       Σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους τῶν ἐγκοσμίων κρατῶν, ποὺ εἶναι ἀσύγκριτα χριστιανικώτεροι ἀπὸ τὴν παραπάνω νοοτροπία τῶν παϊσιανῶν, ἑνὸς ἀνθρώπου, ποὺ ἰδιωτεύει καὶ δὲν ἀσχολεῖται μὲ κανέναν καὶ δὲν ἀναμιγνύεται μὲ τίποτε, εἶναι προστατευμένα ὅλα τὰ προσωπικά του δεδομένα, ἀκόμη καὶ ἡ ἡλικία του καὶ ἡ κατάστασι τῆς ὑγείας του καὶ ἡ φορολογική του δήλωσι. καὶ δικαίως˙ διότι αὐτὸς δὲν ἐνοχλεῖ κανέναν. ἑνὸς ὑποψηφίου βουλευτοῦ ὅμως, ποὺ θέλει νὰ γίνῃ μεγάλος ἀξιωματοῦχος καὶ νομοθέτης τοῦ κράτους, εἶναι ἀνακοινώσιμα καὶ ἡ ἡλικία του καὶ ἡ κατάστασι τῆς ὑγείας του καὶ ἡ φορολογική του δήλωσι καὶ ἡ περιουσία του καὶ οἱ καταθέσεις του καὶ ἡ οἰκογενειακή του κατάστασι καὶ ὅλα τὰ πεπραγμένα του καὶ ὅλο τὸ παρελθόν του, κι ἐπιτρέπεται χωρὶς ποινικὲς κυρώσεις νὰ κριτικαριστῇ ἄγρια. κι ὅσο μεγαλείτερο εἶναι ἕνα ἀξίωμα, τόσο πιὸ ἐλευθερόστομα ἐπιτρέπει ὁ νόμος νὰ κριτικάρεται ὁ φορέας του. καὶ δικαίως˙ διότι αὐτὸς ζητάει τὴν ψῆφο ὅλων, γιὰ νὰ γίνῃ ἀξιωματοῦχος καὶ νομοθέτης, καὶ νὰ πάρῃ στὰ χέρια του τὶς τύχες τῶν ἄλλων.
       Ἐξ ἄλλου γιὰ ἕναν ποὺ πέθανε πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια, λιγώτερα ἀπὸ 50, ἂν πῇ κανεὶς κάτι τὸ ἐπιβαρυντικό, κι ἀληθινὸ νὰ εἶναι, θὰ πάῃ στὴ φυλακή. καὶ δικαίως. γιὰ ἕναν ὅμως ποὺ πέθανε πρὶν ἀπὸ 50 χρόνια καὶ παραπάνω, μπορεῖ ἄφοβα κανεὶς νὰ πῇ ὅ,τι ξέρει. ἔτσι λ.χ. γιὰ μιὰ συγγραφέα ποὺ αὐτοκτόνησε τὸ 1941, μόλις πέρασαν τὰ 50 χρόνια ἀπὸ τὸ θάνατό της, πολλοὶ ἐκδότες δημοσίευσαν ὅλη τὴν ἐρωτική της ἀλληλογραφία, χωρὶς καμμιὰ ποινικὴ εὐθύνη. σήμερα μπορεῖ κανεὶς νὰ δημοσιεύσῃ λ.χ. ὅτι ὁ Καρκαβίτσας ἦταν ἐργένης μοιχός. μπορεῖ νὰ βγάλῃ ἄφοβα στὴ φόρα ὅτι ὁ Σολωμὸς ἦταν ἀνήθικος ἐργένης ποὺ ζοῦσε ἀργόσχολα καὶ ξεπαρθένευε κορίτσια, μερικὰ ἀπὸ τὰ ὁποῖα αὐτοκτόνησαν, καὶ βαριὰ ἀλκοολικὸς ποὺ πέθανε πρόωρα ἀπὸ τὸ ἀλκοόλ, καὶ μητραλοίας καὶ μισάδελφος, ποὺ ἔβαλε τὴ μητέρα του στὴ φυλακὴ δωροδοκώντας γι̉ αὐτὸ δικαστὰς καὶ καταθέτοντας ὅτι ἦταν πόρνη, ἐνῷ δὲν ἦταν, κι ἐκείνη φτωχὴ ἀνήμπορη ἀνυπεράσπιστη κι ἀγανακτισμένη τὸν καταράστηκε, καὶ ἡ κατάρα της ἔπιασε. αὐτὸς κι ὁ δεύτερος ἀδερφός του, νόθα τοῦ ἀριστοκράτου γερο - Σολωμοῦ ἀπὸ μιὰ φτωχὴ κι ἀδύναμη ὑπηρέτριά του, τὴν ὁποία διακόρευσε καὶ μὲ τὴν ὁποία στὴ συνέχεια συζοῦσε καταπιέζοντάς την, κυνηγοῦσαν σ̉ ὅλη τὴ ζωή τους τὸν τρίτο ἀδερφό τους, γιὰ νὰ πάρουν τὴ μεγάλη περιουσία τοῦ γέρου μόνον οἱ δυό τους, παρ̉ ὅλο ποὺ ἡ μητέρα τους κατέθετε ὅτι κι αὐτὸν τὸν τρίτο τὸν εἶχε ἀπὸ τὸ γερο - Σολωμό (γι̉ αὐτὸ κι ὁ ποιητὴς τὴ συκοφάντησε ὡς πόρνη καὶ τὴν ἔβαλε καὶ στὴ φυλακή), καὶ πῆραν πράγματι ὅλη τὴν πατρικὴ περιουσία οἱ δυό τους, καὶ τὴν κατασπατάλησαν στὶς ἀκολασίες των καὶ πέθαναν πρόωρα κι ἀλκοολικοί.
       Ὄμορφος κόσμος ἠθικός, ἀγγελικὰ πλασμένος!
       Μπορεῖ ἐπίσης κανεὶς ν̉ ἀποκαλύψῃ ὅτι ὁ Θ. Κολοκοτρώνης κατὰ τὸν ἀγῶνα τοῦ 1821-28 ἦταν χῆρος ποὺ συζοῦσε χωρὶς γάμο μὲ τὴ φτωχὴ χήρα Παναγιώταινα, κι ἔκανε μαζί της κι ἕνα γιό, τὸ Γεώργιο, ἀλλὰ στὴ διαθήκη του ἄφησε τὰ πάντα στὸν πρῶτο γιό του, γιὰ δὲ τὸ Γεώργιο, ποὺ ἀπαξίωσε ἀκόμη καὶ νὰ τὸν πῇ παιδί του, γράφει˙ ‘’Στὸ δὲ Γιωργάκη τῆς Παναγιώταινας ἀφήνω δύο τάλαρα ὡς ἐφόδιον τῆς ζωῆς του’’. τὰ δύο τάλαρα ἔφταναν ὡς κόμιστρο, γιὰ ν̉ ἀπομακρυνθῇ καὶ νὰ ἐξαφανιστῇ ὁ Γιωργάκης τῆς Παναγιώταινας, ποὺ δὲν τὸν ἔλεγε οὔτε παιδί του.
       Μπορεῖ κανεὶς νὰ δημοσιεύσῃ καὶ πῶς πέθανε ἡ Μπουμπουλίνα. ὁ γιός της ἀγάπησε μιὰ τίμια καὶ ὄμορφη καὶ πολὺ νοικοκυρὰ κοπέλλα, ἀλλ̉ ἡ Μπουμπουλίνα εἶχε σκληρὴ ἀντίρρησι, μόνον ἐπειδὴ ἡ κοπέλλα ἦταν φτωχή. κι ἐπειδὴ ὁ γιός της ἐπέμενε, αὐτή, ἀφοῦ προσποιήθηκε ὅτι ὑποχωρεῖ, κάλεσε τὴν κοπέλλα στὸ ἀρχοντικό της σὲ ὥρα ποὺ ἔλειπε ὁ γιός της. ἡ κοπέλλα πῆγε χαρούμενη καὶ γεμάτη σεβασμὸ κι εὐγνωμοσύνη. κι ἐκεῖ στὸ ἀρχοντικό της ἡ Μπουμπουλίνα ἔβαλε τοὺς ὑπηρέτες της καὶ τὴ βίασαν μπροστά της καὶ μπροστὰ σ̉ ὅλους τοὺς παρισταμένους˙ γιὰ νὰ μὴν μπορῇ πλέον νὰ τὴν παντρευτῇ ὁ γιός της. διότι κάτι τέτοιο ἦταν τότε ἀδιανόητο, ὅσο ἀθῴα κι ἂν ἦταν ἡ κοπέλλα. κι ἔδιωξε τὴν κοπέλλα ἀπὸ τὸ ἀρχοντικό της σὰν ἀδέσποτο σκυλὶ χαρακτηρίζοντάς την ‘’πουτάνα’’. ἔπειτα ὁ ἀδερφὸς τῆς κοπέλλας πῆγε νὰ ζητήσῃ μιὰ ἀποζημίωσι ἐλάχιστη, ὅσο ἄξιζε ἕνας γάιδαρος, καὶ ἡ ἐφοπλίστρια Μπουμπουλίνα βγῆκε στὸ παράθυρο νὰ τοῦ πῇ ὅτι δέχεται νὰ πληρώσῃ αὐτὴ τὴν ἀποζημίωσι. κι ἐκεῖνος ἔβγαλε ἀπὸ τὸ ζωνάρι του τὴν πιστόλα του καὶ τῆς φύτεψε μιὰ σφαῖρα στὸ μέτωπο, καὶ τὴν ἄφησε νεκρή. ἔτσι πέθανε ἡ ἔνδοξη Μπουμπουλίνα. κι ἐνῷ τὸ παλληκάρι κυκλοφοροῦσε φανερὰ κι ἐλεύθερα στοὺς δρόμους τῶν Σπετσῶν, κανεὶς ποτὲ δὲν τὸν πείραξε. ἤξεραν ὅλοι πόσο δίκαιο εἶχε.
       Μπορεῖ λοιπὸν κανεὶς ὅλα τὰ παραπάνω νὰ τὰ δημοσιεύῃ, χωρὶς καμμιὰ ποινικὴ συνέπεια, διότι τὰ πρὸ 50 ἐτῶν καὶ πλέον πεθαμένα πρόσωπα ἀνήκουν στὴν ἱστορία, καὶ τὸ πιὸ ἄγριο κριτικάρισμά τους εἶναι στὴ διάθεσι τοῦ καθενός. γι̉ αὐτὸ καὶ δὲν πρέπει, νομίζω, νὰ γράφεται ἱστορία γιὰ χρόνια νεώτερα τῶν 50 ἐτῶν˙ ὁ ἱστορικὸς δὲν εἶναι ἐλεύθερος˙ ἐκτὸς ἂν θέλῃ νὰ εἶναι ἐξυμνητής. γιὰ τοὺς πρὸ 50 ἐτῶν νεκρούς, ἀκόμη κι ἂν πῇ κανεὶς ψέμματα, δὲν ἔχει ποινικὲς εὐθῦνες. δείχνει ἁπλῶς ὅτι εἶναι κακοήθης καὶ δικαίως ἔχει τὴν περιφρόνησι τῶν ἄλλων.
       Αὐτὰ δὲν ἰσχύουν φυσικὰ γιὰ τὸν Παΐσιο, γιατὶ οὔτε ὑποψήφιος βουλευτὴς εἶναι οὔτε ἔχει 50 χρόνια ποὺ πέθανε. γι̉ αὐτὸ θὰ ἔλεγα ὅτι εἶναι κακὸ ν̉ ἁγιοποιῆται κανείς, πρὶν περάσουν 50 χρόνια ἀπὸ τὸ θάνατό του. διότι δὲν εἶναι ἐξ ἴσου ἐλεύθεροι νὰ καταθέσουν καὶ νὰ ἐκφραστοῦν καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δέ. ἡ θέσι τους εἶναι πολὺ ἄνιση. ἂν καὶ γιὰ τὸ ζήτημα τῆς ἁγιοποιήσεως γενικὰ ἔχω κι ἄλλα νὰ πῶ, ποὺ δὲν εἶναι τοῦ παρόντος. ἐκτὸς ἂν θεσπιστῇ νόμος, καὶ ἐκκλησιαστικὸς καὶ κρατικός, ποὺ νὰ λέῃ ὅτι, ἂν στὴν περίπτωσι τοῦ ὑποψηφίου βουλευτοῦ, ποὺ θὰ ψηφίζῃ νόμους γιὰ τέσσερα χρόνια μόνο, πολλὰ προσωπικὰ δεδομένα εἶναι ἀφόβως ἀνακοινώσιμα, πολὺ περισσότερο στὴν περίπτωσι τοῦ ὑποψηφίου γι̉ ἁγιοποίησι, ποὺ θὰ προσκυνῆται αἰωνίως στὸ προσκυνητάρι καὶ στὸ εἰκονοστάσι καὶ θἄχῃ ἑορτὴ κι ἀκολουθία καὶ ναό, ἐπιτρέπεται κάθε κατάθεσι χωρὶς ποινικὲς κυρώσεις.
       Τότε θὰ μποροῦσαν ἐξ ἴσου ἄφοβα κι ἐλεύθερα μὲ τοὺς παϊσιανοὺς καὶ οἱ Χριστιανοὶ νὰ καταθέσουν ὅσα ξέρουν γιὰ τὸν Παΐσιο, ἂν βέβαια ξέρουν κάτι, καὶ νὰ ἐκφράσουν τὴ γνώμη τους. ἐπειδὴ τὸ νὰ γίνῃ εἰδικὸς νόμος, ποὺ νὰ μοῦ παρέχῃ τὴν ἴδια ἐλευθερία μὲ κάθε παϊσιανό, δὲν τὸ ἐλπίζω, θὰ περιμένω νὰ περάσουν ἀπὸ τὸ θάνατό του 50 χρόνια. τὰ 15 ἤδη πέρασαν˙ καὶ μένουν 35. εἶμαι 68 ἐτῶν, ὁπότε στὰ 103 μου θὰ μπορῶ καὶ νὰ καταθέσω καὶ νὰ ἐκφραστῶ ἐξ ἴσου ἐλεύθερα μὲ κάθε παϊσιανό. κι αὐτὸ φυσικὰ δὲν τὸ ἐλπίζω ἰσχυρῶς. γιὰ τὴν ὥρα δὲν βρίσκω τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ μ̉ ἐξισώσῃ στὴν ἐλευθερία ἐκφράσεως μὲ τοὺς παϊσιανούς.
       Σήμερα δηλαδὴ μπορεῖ ἀκόμη κι ἕνας ἀποστάτης ἀπὸ τὴ Χριστιανικὴ πίστι, ὅταν εἶναι διπλωμάτης καὶ ὑποκριτής, ἂν θελήσῃ, νὰ ἱδρύσῃ ἕνα θρήσκευμα σὰν τὸ ἰσλάμ, πλανῶν, ὅπως λέει ὁ Χριστός, εἰ δυνατὸν καὶ τοὺς ἐκλεκτούς (Μθ 24, 24), χωρὶς νὰ μποροῦν αὐτοί, ποὺ ξέρουν τὸ ποιόν του καὶ τὸ παρελθόν του, νὰ ποῦν οὔτε κὶχ ἀπὸ τὰ πραγματικὰ ντοκουμέντα τῆς ἀντιρρήσεώς των. θὰ μποροῦν μόνο νὰ ποῦν χωρὶς ἀποδείξεις ὅτι ‘’Ἐγὼ ἔχω γι̉ αὐτὸ τὸ ὑποκείμενο διαφορετικὴ γνώμη’’˙ ὁπότε οἱ ἄλλοι θὰ μποροῦν πολὺ εὔκολα καὶ ‘’δικαιολογημένα’’ νὰ γελάσουν θριαμβολογώντας εἰς βάρος τους καὶ νὰ τοὺς ποῦν˙ ‘’Χωρὶς ἀποδείξεις, κύριοι, εἶστε αὐθαίρετοι. ντροπή σας, ἀνορθόδοξοι’’. κι ὁ ὑποψήφιος ἱδρυτὴς τοῦ νέου ἰσλὰμ θὰ κάνῃ τὴ δουλειά του ἀνενόχλητα. ἔχουν δὲ κι αὐτὴ τὴ βλακώδη ἀντίληψι οἱ τέτοιοι˙ ὅτι ἡ διαφορετικὴ γνώμη γιὰ ἕνα ἱστορικὸ γεγονὸς ἢ γιὰ κάποιο ἄτομο τῆς μεταβιβλικῆς ἐποχῆς εἶναι ζήτημα δογματικὸ καὶ ζήτημα ὀρθοδοξίας! τόσο τοὺς κόβει. ἐπίσης οἱ ἴδιοι ἀνόητοι δὲν ἐνοχλοῦνται καὶ δὲν θεωροῦν καθόλου κακόδοξο, ἂν ἕνας καθηγητὴς τῆς Παλαιᾶς ἢ τῆς Καινῆς Διαθήκης σὲ θεολογικὴ σχολὴ ἀρνῆται ὅτι ἡ Γένεσι ἢ τὸ Δευτερονόμιο γράφτηκαν ὄντως ἀπὸ τὸ Μωϋσῆ τὸ 1500 π.Χ., ὅπως λὲν τὰ ἴδια αὐτὰ κείμενα, καὶ ὑποστηρίζῃ ἀναπόδεικτα ὅτι γράφτηκαν τὸ 500 π.Χ., διδάσκῃ δηλαδὴ ὅτι τὰ κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἀπατεωνικὰ καὶ οἱ συντάκτες των ψεῦτες πλαστογράφοι κι ἀπατεῶνες, ἀλλὰ προσφέρουν τὴ διδαχή τους αὐτὴ οἱ προειρημένοι καθηγηταὶ ὡς χρυσωμένο χάπι γιὰ μπουνταλᾶδες Χριστιανούς, ἐνοχλοῦνται ὅμως, οἱ ἴδιοι πάντα ἀνόητοι, καὶ θεωροῦν αἱρετικὸ καὶ κακόδοξο ἕναν εὐσεβῆ ἐπιστήμονα, ποὺ θ̉ ἀμφισβητήσῃ ἕνα κείμενο τῆς ἀββάδικης καὶ νηπτικῆς κι ἀσκητικῆς παραφιλολογίας, τὸ ὁποῖο προβάλλει ὡς τεκμήριο ὁσιότητος τοῦ ‘’ἁγίου’’ Ἀνδρέου τοῦ σαλοῦ τὸ ὅτι ὁ ‘’ἅγιος’’ αὐτός, γιὰ νὰ ἐπιδείξῃ τὴν ‘’ἀγγελική του ἀπάθεια’’ στὰ σεξουαλικά, ἔμπαινε σὲ πορνεῖα καὶ ἄφηνε τὶς πόρνες νὰ παίζουν μὲ τὸ πέος του, χωρὶς νὰ τοῦ σηκώνεται (ΡG 111, 317). σήμερα ξέρουμε ὅτι στὴν ἀνώμαλη αὐτὴ ἀκολασία ἐπιδιδόταν καὶ ὁ Χίτλερ, ἐπειδὴ ἔπασχε ἀπὸ ἀστυσία, ἐπιδίδονται δὲ μὲ τὶς πόρνες στὴν ἴδια ἀνωμαλία καὶ πολλοὶ μπαταλιασμένοι πορνόγεροι. εἶναι μιὰ ἀνωμαλία διεγνωσμένη ἤδη ἀπὸ τὴν προχριστιανικὴ ἀρχαιότητα. ὥς πότε αὐτοὶ οἱ ἠλίθιοι δῆθεν ‘’ὀρθόδοξοι’’ θὰ εἶναι ἠλίθιοι, γιὰ νὰ γελάῃ ὁ κόσμος μὲ τὴ Χριστιανικὴ πίστι; κι ὥς πότε θὰ ἔχουν τὸ τουπὲ νὰ συμπεριφέρωνται σὰν ἰδιοκτῆτες τῆς ὀρθοδοξίας καὶ τιμηταὶ τῆς ὀρθοδοξίας τῶν ἄλλων;
 
Μελέτες 3 (2008)