Τὸ ἐπίθετο εὐθὺς ἡ εὐθεῖα τὸ εὐθὺ στὰ χειρόγραφα καὶ στὶς ἔντυπες ἐκδόσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης συναντᾶται μερικὲς φορὲς καὶ στὸν τύπο καὶ ἡ εὐθὴς τὸ εὐθές. ὁ πρῶτος καὶ συχνότερος τύπος κατὰ τὸ ταχὺς ταχεῖα ταχύ, ὁ δεύτερος κατὰ τὸ ἀληθὴς ἀληθὴς ἀληθές. δίνεται ἔτσι ἡ ἐντύπωσι ὅτι παράλληλα μὲ τὸν ἀρχαῖο καὶ νεώτερο καὶ συνήθη τύπο εὐθὺς εὐθεῖα εὐθὺ ὑπῆρχε κι ὁ τύπος εὐθὴς - εὐθές, ἀλεξανδρινὸς τάχα, κι ὅτι οἱ μεταφρασταὶ τῆς μεταφράσεως τῶν Ο΄ χρησιμοποιοῦν καὶ τοὺς δύο τύπους, ἄλλοι τὸν ἕνα κι ἄλλοι τὸν ἄλλο. παρ᾿ ὅλο ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ συμβαίνῃ κάτι τέτοιο, κι αὐτὸ μὲ τὰ κύρια ὀνόματα συμβαίνει – λ.χ. τὸ ᾿Ιερουσαλὴμ τῆς Π. Διαθήκης στὴν Καινὴ Διαθήκη ἀνευρίσκεται ὡς ἡ ᾿Ιερουσαλήμ, ἡ ᾿Ιεροσόλυμα (Μθ 2,2-3) καὶ τὰ ᾿Ιεροσόλυμα, κι ἄλλη πόλι ἀνευρίσκεται ὡς ἡ Λύστρα (Πρξ 14,6· 21· 16,1) καὶ τὰ Λύστρα (Πρξ 14,8· 16,2· Β΄ Τι 3,11) –, μὲ τὸ ἐπίθετο εὐθὺς εὐθεῖα εὐθὺ δὲν συμβαίνει αὐτό. ἡ ἀρχικὴ γραφὴ ἦταν αὐτή, τὸ δὲ εὐθὴς - εὐθὲς εἶναι λάθος τῶν χειρογράφων καὶ τῶν ἐντύπων ἐκδόσεων. δὲν ὑπῆρξε ποτὲ στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα ὁ τύπος εὐθὴς εὐθές. στὴν Π. Διαθήκη ὑπῆρχε παντοῦ ὁ τύπος εὐθὺς εὐθεῖα εὐθύ, ὅπως καὶ στὴν Κ. Διαθήκη, τόσο στὰ χειρόγραφα ὅσο καὶ στὶς ἐκδόσεις, συναντᾶται πάντοτε ὁ τύπος αὐτὸς ὁ μόνος σωστὸς καὶ ὑπαρκτός (8 φορές).

     Τὸ λάθος στὰ χειρόγραφα τῆς Π. Διαθήκης, ποὺ ἔγινε στὰ κλίματα τῆς ᾿Αλεξανδρείας, ξεκίνησε, νομίζω, ἀπὸ τὴ μοναδικὴ γενικὴ τοῦ εὐθοῦς (Β΄ Βα 1,18), ὅταν κατονομάζεται ἡ ποιητικὴ συλλογὴ τοῦ Δαυΐδ, ἡ ὁποία ἐπιγραφόταν Βιβλίον τοῦ εὐθοῦς. ἦταν τὸ βιβλίο ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀνθολογήθηκαν ὅσοι δαυϊτικοὶ ψαλμοὶ συμπεριλήφθηκαν στὸ βιβλίο Ψαλμοί. αὐτὸ τὸ εὐθοῦς εἶναι συνῃρημένος τύπος τῆς γενικῆς τοῦ εὐθὺς εὐθύ, ποὺ γιὰ τὸ ἀρσενικὸ καὶ τὸ οὐδέτερο γένος κάνει εὐθοῦς· εὐθέος - εὐθοῦς, ὅπως ποιέομεν - ποιοῦμενΘεοκυδίδης - Θουκυδίδης (εο = ου). κάποιος ὅμως δὲν κατάλαβε, καὶ νόμισε ὅτι ἡ ὀνομαστικὴ τοῦ εὐθοῦς κάνει εὐθὴς εὐθὲς κατὰ τὸ ἀληθὴς ἀληθὲς τοῦ ἀληθοῦς. ξεκινώντας ἀπ᾿ αὐτό, ἢ μόνο αὐτὸς ὁ ἀναθεωρητὴς ἢ καὶ ἄλλοι πολλοὶ κι αὐτοχειροτόνητοι ἀναθεωρηταὶ καὶ «διορθωταί», ἐπεκτάθηκαν καὶ σ᾿ ἄλλα χωρία μ᾿ αὐτὸ τὸ ἐπίθετο καὶ «διώρθωσαν» ἀναλόγως. καὶ δημιουργήθηκε τὸ φανταστικὸ ἐπίθετο εὐθὴς εὐθὴς εὐθές, καὶ προέκυψε σήμερα ἡ ἀκόλουθη κατάστασι.

     ᾿Απὸ τὶς 98 φορὲς ποὺ συναντᾶται τὸ ἐπίθετο στὴν Π. Διαθήκη οἱ διάφορες πτώσεις του γράφονται 56 φορὲς σωστά, 7 φορὲς μὲ διττοὺς τύπους, σωστὸ καὶ σφαλερό, καὶ 35 φορὲς σφαλερὰ ὡς ἑξῆς.

   1) Σωστοὶ τύποι· τοῦ εὐθοῦς (1 φορά), οἱ εὐθεῖς (9), τῶν εὐθέων (2), τοῖς εὐθέσι (6), τοὺς εὐθεῖς (4), ἡ εὐθεῖα (8), τῆς εὐθείας (3), τῇ εὐθείᾳ (2), τὴν εὐθεῖαν (9), αἱ εὐθεῖαι (3), τὰς εὐθείας (3), τὸ εὐθύ (3, μόνο στὸ ἐμπρόθετο κατ᾿ εὐθύ), τὰ εὐθέα (1), τὰ εὐθέατὰ εὐθεῖα (1). μέχρι ἐδῶ μόνο τὰ σωστά (56). ἀκόμη καὶ ἡ τελευταία μία διττὴ περίπτωσι εἶναι διττὴ μόνο μέσα στὸν τύπο εὐθύς.

  2) Διττοὶ τύποι, δηλαδὴ τύποι ποὺ στὴ χειρόγραφη παράδοσι συναντῶνται σ᾿ ἄλλα χειρόγραφα μὲ τὸ σωστὸ τύπο εὐθὺς εὐθεῖα εὐθὺ καὶ σ᾿ ἄλλα μὲ τὸ σφαλερὸ εὐθὴς εὐθές, συναντῶνται τρεῖς· ὁ εὐθὺς - ὁ εὐθής (5 φορές), ἡ εὐθὺς - ἡ εὐθής (1), αἱ εὐθεῖαι - αἱ εὐθεῖς - ἡ εὐθής (1)· συνολικὰ 7 φορές.

   3) Σφαλεροὶ τύποι συναντῶνται τρεῖς· ὁ εὐθής (2), τὸν εὐθῆ (2), καὶ κυρίως τὸ εὐθές (31)· συνολικὰ 35 φορές. δὲν χρησιμοποιήθηκαν ὅμως στὶς ἔντυπες ἐκδόσεις οὔτε ὅλα τὰ ὑπάρχοντα χειρόγραφα οὔτε πολλὰ οὔτε ἁπλῶς ἀρκετά. βασικὰ χρησιμοποιήθηκαν τρία χειρόγραφα, Α Β S, καὶ σὲ κάποιες ἐκδόσεις μερικὰ ἄλλα ἐλάχιστα. ἔτσι ἀπὸ τὶς 9 συνολικῶς περιπτώσεις διττῶν τύπων τοῦ ἐπιθέτου αὐτοῦ, ποὺ προκύπτουν μόνο ἀπὸ τέσσερα χειρόγραφα, τὰ A B S R, μποροῦμε δικαίως νὰ συμπεράνουμε ὅτι σὲ μιὰ ἔκδοσι ἀπὸ περισσότερα χειρόγραφα θὰ ἐμφανιστοῦν καὶ οἱ ἄλλες 35 περιπτώσεις μὲ διττοὺς τύπους, εὐθὺς καὶ εὐθής. εἶναι δὲ οἱ 9 μέχρι τώρα διττὲς περιπτώσεις οἱ ἑξῆς.

     Νε 9,13· εὐθέα B - εὐθεῖα (τὰ) A S

     Δα 11,17· εὐθέα χφφ - εὐθεῖα (τὰ) A B S

αὐτὲς εἶναι οἱ διττὲς περιπτώσεις ποὺ οὕτως ἢ ἄλλως κινοῦνται μέσα στὸ σωστὸ τύπο εὐθὺς εὐθύ. ἀσφαλῶς ὁ δῆθεν τύπος τοῦ οὐδετέρου γένους τὰ εὐθεῖα εἶναι φύσει ἀνύπαρκτος· δὲν εἶναι δυνατὸν στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα νὰ σχηματιστῇ ἔτσι οὐδέτερο ἐπίθετο. καὶ οἱ 7 ὑπόλοιπες φορὲς ὅπου οἱ διττοὶ τύποι εἶναι ἀλλοῦ τοῦ εὐθὺς κι ἀλλοῦ τοῦ εὐθὴς εἶναι οἱ ἀκόλουθες.

     Α΄ Βα 29,6· εὐθὺς S - εὐθὴς A Β

     Β΄ Βα 17,4· εὐθὺς S R - εὐθὴς A Β

     Α΄ Πα 13,4· εὐθὺς R - εὐθὴς A Β S

     Ψα 24,8· εὐθὺς A - εὐθὴς Β S

     Πρμ 21,29· εὐθὺς R - εὐθὴς A Β S

     Ψα 118,137· εὐθεῖαι χφφ - εὐθεῖς (αἱ) Α R - εὐθὴς (ἡ) B S

     Πρμ 27,21α· εὐθὺς (ἡ) R - εὐθὴς A Β S

οἱ τύποι δηλαδὴ εὐθὺς - εὐθὴς ἐναλλάσσονται στὸ ἴδιο χωρίο ὄχι μόνο μεταξὺ χειρογράφων ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τῶν σελίδων τοῦ ἴδιου χειρογράφου. ἐναλλάσσονται ἄλλωστε πολὺ περισσότερο μέσα στὸ ἴδιο χειρόγραφο μὲ τοὺς πολλοὺς ἄλλους τύπους τῶν 98 περιπτώσεων. ἐναλλάσσονται ἐπίσης καὶ μέσα στὸ ἴδιο βιβλίο ἀπὸ χωρίο σὲ χωρίο κι ἀπὸ χειρόγραφο σὲ χειρόγραφο. σὰ νὰ ἦταν δυνατὸν ὁ ἴδιος μεταφραστὴς στὸ ἴδιο βιβλίο νὰ ἔγραφε μιὰ εὐθὺς καὶ μιὰ εὐθής. στὸ βιβλίο τῶν Ψαλμῶν λόγου χάρι, ὅπου τὸ ἐπίθετο ὑπάρχει 29 φορές, τὶς 24 φορὲς εἶναι σὲ πτώσεις τοῦ εὐθύς, καὶ 2 φορὲς σὲ ἄλλα χειρόγραφα σὲ πτώσεις τοῦ ἑνὸς καὶ σὲ ἄλλα σὲ πτώσεις τοῦ ἄλλου γιὰ ἕνα καὶ τὸ ἴδιο χωρίο. αὐτὸ γίνεται καὶ στ᾿ ἄλλα βιβλία. δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τὸ ἔκανε ἔτσι ὁ μεταφραστής · πρόκειται γιὰ λάθη τῶν ἀντιγραφέων ποὺ πρέπει νὰ διορθωθοῦν. αὐτὸ στὰ κύρια ὀνόματα γιὰ κάποιο λόγο γίνεται ἤδη ἀπὸ τὸν ῞Ομηρο, ὅπου ἀνευρίσκεται ἄλλοτε Μυκήνη (Δ 52· Λ 46) κι ἄλλοτε Μυκῆναι (Β 569· Δ 376), ἀλλὰ σὲ κοινὴ λέξι δὲν γίνεται ποτὲ σὲ κανένα βιβλίο κανενὸς συγγραφέως. τέλος πρέπει νὰ πῶ ὅτι στὶς δυὸ τελευταῖες περιπτώσεις τῶν διττῶν γραφῶν, Ψα 118,137 καὶ Πρμ 27,21α, εἶναι φανερὴ ἡ προσπάθεια κάποιων ἀμαθῶν νὰ «διορθώσουν». 

     Γιὰ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους τὸ ἐπίθετο πρέπει στὶς 35 περιπτώσεις τῆς Π. Διαθήκης νὰ διορθωθῇ μὲ τὶς πτώσεις τοῦ σωστοῦ τύπου εὐθὺςεὐθεῖαεὐθὺ ποὺ ὑπάρχει στὶς 55 περιπτώσεις, στὶς δὲ λοιπὲς 8 μὲ τοὺς διττοὺς νὰ προτιμηθῇ ὁ αὐθεντικός. ἂν ὅμως ἀπὸ μιὰ εὐρύτερη ἐξέτασι χειρογράφων ἀναφανῇ ὅτι καὶ οἱ 35 περιπτώσεις τοῦ εὐθὴς ἔχουν διττὲς γραφές, εὐθὺς καὶ εὐθής, τότε δὲν πρόκειται γιὰ διόρθωσι ἀλλ᾿ ἁπλῶς γιὰ σωστὴ κριτικὴ ἐπιλογὴ γραφῶν ποὺ ἤδη παραδίδονται.

     Διότι οἱ «κριτικοὶ» ἐκδότες τῆς Π. Διαθήκης, πάντοτε προτεστάντες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἡ ἐκκλησία μας ἀνατυπώνει τὸ κείμενο πάντοτε, μόνο κριτικοὶ δὲν εἶναι· καὶ οἱ «κριτικὲς» ἐκδόσεις των, οἱ ἀπὸ χειρογράφων δηλαδή, εἶναι ἄκριτες. δὲν ἀρκεῖ νὰ ἔχῃ κανεὶς κάποια χρήματα καὶ τὴ λοιπὴ εὐχέρεια χρόνου καὶ προσωπικοῦ καὶ ἐξουσίας, γιὰ νὰ χρησιμοποιῇ κάποια χειρόγραφα σὲ μιὰ ἔκδοσι, ἀλλὰ χρειάζεται νὰ ἔχῃ καὶ μυαλὸ καὶ κατάρτισι καὶ πρόθεσι νὰ ἐπιλέξῃ πάντοτε καὶ μὲ συνέπεια τὶς αὐθεντικὲς γραφὲς τῶν χειρογράφων· αὐτὸ εἶναι κριτικὴ κειμένου. οἱ δῆθεν «κριτικοὶ» ἐκδότες τῆς Π. Διαθήκης, ἀντὶ νὰ κάνουν μόνο κριτικὴ κειμένου ἀνάμεσα στὶς διαφορετικὲς γραφὲς τῶν χειρογράφων, γιὰ ν᾿ ἀποκαταστήσουν τὸ κείμενο, αὐτὸ μὲν δὲν τὸ κάνουν, εἴτε ἐπειδὴ δὲν μποροῦν εἴτε ἐπειδὴ δὲν θέλουν, ἀλλ᾿ ἐκτονώνουν ὅλη τὴν «κριτικὴ» μανία τους στὴν ἀμφισβήτησι τῶν νοημάτων καὶ τῆς ἑνότητος καὶ τῆς πατρότητος καὶ τῆς ἡλικίας τῶν ἱερῶν βιβλίων· ὁπότε ἡ ἀκαταστασία τοῦ κειμένου τοὺς χρειάζεται κιόλας καὶ τοὺς βολεύει. 

     Τὰ λάθη στὰ χειρόγραφα δυστυχῶς εἶναι πολὺ παλιά, ὅπως συμβαίνει μὲ ὅλα τὰ κείμενα, χριστιανικὰ καὶ θύραθεν, καὶ δημιούργησαν μακραίωνα ἐθισμό. ἀσφαλῶς μᾶς εἶναι δύσκολο νὰ συνηθίσουμε τὴ σωστὴ κι αὐθεντικὴ μορφὴ μερικῶν σημαντικῶν καὶ πολυχρήστων χωρίων, ὅπως ἐκεῖνο τὸ τῶν Κριτῶν ᾿Ανὴρ τὸ εὐθὺ ἐν ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ ἐποίει (Κρ 17,6· 21,25), ἢ ἐκεῖνο τὸ τῶν Βασιλειῶν καὶ τῆς Παραλειπομένης ᾿Εποίησεν (ἢ Οὐκ ἐποίησε) τὸ εὐθὺ ἐν ὀφθαλμοῖς Κυρίου (Δ΄ Βα 15,34· Β΄ Πα 14,2), ποὺ ἐπαναλαμβάνεται πολλὲς φορὲς σὰν ἐπῳδὸς στὸ τέλος τῆς ἱστορίας τοῦ κάθε βασιλέως, ἢ κυρίως τὸ ψαλμικὸ ἐκεῖνο Πνεῦμα εὐθὺ ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου (Ψα 50,12), ποὺ εἶναι τόσο οἰκεῖο σ᾿ ὅλους μας λόγῳ τῆς συχνῆς λειτουργικῆς του ἀπαγγελίας. τὸ βιβλικὸ κείμενο ὅμως πρέπει ν᾿ ἀποκατασταθῇ στὴν ἀρχική του μορφή, καὶ ὀφείλουμε ν᾿ ἀπεξαρτηθοῦμε ἀπὸ τὸν κακὸ ἐθισμὸ ἀντικαθιστώντας τον μὲ τὸν καλό. ἀλίμονο ἂν κάνουμε σὰν τοὺς ῾Ρώσους αἱρετικοὺς τοὺς λεγομένους ῥασκόνλικους, οἱ ὁποῖοι ἐγκατέλειψαν ἐξωργισμένοι τὴν ἐκκλησία, ἐπειδὴ διωρθώθηκαν κάποια τυπογραφικὰ λάθη τῶν λειτουργικῶν βιβλίων, κι ἐπιμείνουμε κι ἐμεῖς στ᾿ ἀντιγραφικὰ λάθη τῶν χειρογράφων τῆς Βίβλου, τὰ ὁποῖα ἐπέλεξαν μάλιστα καὶ μᾶς ἐπέβαλαν προτεστάντες «κριτικοὶ» τῆς ἀρνητικῆς κριτικῆς, ἐπειδὴ ἔτσι ἐθιστήκαμε καὶ «ἔτσι μᾶς ἀρέσει».

Συμβολὴ 9 (2005) 

Μελέτες 6 (2010)