Ευρετήριο Άρθρου

 
5. ΕΥΛΑΒΕΣΤΑΤΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ
 
         Ὁ Κωνσταντίνου εἶναι στὸ ἴδιο μάθημα τοῦ ἴδιου τμήματος μὲ τὸν Καϊμάκη καθηγητὴς τῆς Π. Διαθήκης. δυὸ μαζὶ καλλίτερα ἀπὸ τὸν ἕναν. οἱ φοιτηταὶ μαθαίνουν διπλάσια πράγματα, καὶ ἡ σοφία στάζει ἀπὸ τὰ μπατζάκια τους. ὁ Κωνσταντίνου μόνος του ὁλομόναχος ἔγραψε καὶ μιὰ φυλλάδα 35 σελίδων σὲ σχῆμα τσέπης (8 x 13 ἑκ.) μὲ χοντρὰ δωδεκάρια γράμματα ἀναγνωστικοῦ Β’ δημοτικοῦ σὲ ἀραιὲς σειροῦλες (27) μὲ τίτλο “Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη - Μυθολογία τῶν Ἑβραίων ἢ Βίβλος τῆς Ἐκκλησίας;” (Ἀθήνα 2003, ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος). φυλλάδα τοῦ λαοῦ, γιὰ ἐνημέρωσι θεολόγων καὶ μή. ἡ περίληψι τῆς φυλλάδας εἶναι· “Μερικοὶ λένε ὅτι ἡ Π. Διαθήκη εἶναι ἡ μυθολογία τῶν Ἑβραίων σὰν ὅλες τὶς μυθολογίες τῶν ἀρχαίων εἰδωλολατρικῶν λαῶν. καὶ μερικοὶ Χριστιανοὶ ῥωτοῦν· Μὰ τότε πῶς ἡ ἐκκλησία τὴν Π. Διαθήκη τὴν ἔχει γιὰ Βίβλο της; σὲ μύθους πιστεύουμε;”. δηλαδὴ γιὰ μύθους ζοῦμε χριστιανικὰ καὶ γιὰ μύθους φτάσαμε μέχρι μαρτυρίου; καὶ συνεχίζει ὁ Κωνσταντίνου (σὲ περίληψι)· “Μὴ χολοσκᾶτε. μυθολογία εἶναι βέβαια ἡ Π. Διαθήκη,   ἀλλ᾽ αὐτὸ δὲν πειράζει· δὲν λέει κακοὺς μύθους, ἀλλὰ καλούς. ἀπὸ κάθε μῦθο βγαίνουν σὰ δίδαγμα καλὰ πράματα καὶ θεοτικά. ἄρα ἡ ἐκκλησία δὲν παύει νὰ εἶναι ἁγία ἱερὰ καὶ ὀρθόδοξος, καὶ ἡ Βίβλος παραμένει ἁγία ἱερὰ καὶ ψυχωφέλιμη· καὶ Βίβλος εἶναι βέβαια καὶ ἡ Π. Διαθήκη ὁπωσδήποτε.” γιατί, ἂν ἡ Π. Διαθήκη δὲν ἦταν Βίβλος τῆς ἐκκλησίας, πῶς θὰ ἦταν καθηγητὴς θεολογικῆς σχολῆς ὁ Κωνσταντίνου; μπορεῖτε νὰ φανταστῆτε τί θὰ ἦταν μὲ τὸ ταλέντο καὶ τὴν κατάρτισι ποὺ ἔχει; ὅπως ἀκριβῶς καὶ κάποιοι ἄλλοι, ποὺ ἀναφέρονται στὰ Εὐαγγέλια, δὲν πίστευαν οὔτε σὲ πνεῦμα, οὔτε σὲ ὕπαρξι ἀγγέλων, οὔτε σὲ μεταθανάτια ζωή, καὶ ὅμως τὸ θεὸ δὲν τὸν καταργοῦσαν, τὸν διατηροῦσαν ἔστω καὶ ἄνεργο, ἐπειδὴ αὐτοὶ ἦταν ἀδέρφια καὶ παιδιὰ κι ἀνίψια ἀρχιερέων· κι ἀπὸ ποῦ θὰ εἰσέπρατταν δεκάτη, ἂν ὁ λαὸς ἔχανε τὸ θεό του; πάντα στὰ θεολογικὰ κλίματα εὐδοκιμεῖ κι αὐτὸ τὸ εἶδος συνέσεως. νά λ.χ. κι ὁ Ἀγουρίδης κι ὁ Καϊμάκης τὸ ἔχουν αὐτὸ τὸ εἶδος· ὅλοι οἱ βιβλικοὶ τὸ ἔχουν.
         Ἡ ἀπάντησι τοῦ Κωνσταντίνου στὴν ἀπορία τῶν μὴ εἰδικῶν μοῦ θυμίζει κάποια περίπτωσι ποὺ κάποιον τὸν πληροφόρησαν ὅτι “Ὁ Τάδε κοιμᾶται μὲ τὴ γυναῖκα σου”, κι ἐκεῖνος πῆγε καὶ ῥώτησε τὸν Τάδε “Γιατί κοιμᾶσαι μὲ τὴ γυναῖκα μου;”· κι ὁ Τάδε τοῦ ἀπάντησε· “Δὲν πειράζει· κοιμοῦμαι μαζί της, μόνον ὅταν λείπῃς ἐσύ, γιὰ νὰ μὴν κρυώνῃ· ἐγὼ τὴ ζεσταίνω, δὲν τὴν κρυώνω. ἤθελες νὰ κρυολογήσῃ μόνη της καὶ νὰ πληρώνῃς ἔπειτα γιατροὺς καὶ φάρμακα;”. κι ἐκεῖνος τὸν εὐχαρίστησε γιὰ τὴν καλοσύνη του. μοῦ θυμίζει καὶ κάποιον συνήγορο, ποὺ παραδέχτηκε ὅτι ὁ πελάτης του ἔκανε ὅλες τὶς ἀπάτες, γιὰ τὶς ὁποῖες κατηγορεῖται, ἀλλ᾽ εἶναι καλὸς ἄνθρωπος. πρέπει λοιπὸν τὸ εὐσεβὲς καὶ φιλόθεο κοινὸ νὰ εὐχαριστήσῃ τὸν Κωνσταντίνου καὶ νὰ θαυμάσῃ τὴ σοφία του γιὰ τὴν ἀπάντησί του στὴν ἀπορία τους· “Δὲν πειράζει ποὺ ἡ Π. Διαθήκη εἶναι μῦθος· καλὰ πράματα δασκαλεύουν οἱ μῦθοι της, δὲν δασκαλεύουν κακὰ πράματα. ἡ ἁγία μας ἐκκλησία, ποὺ τὴν ἔχει γιὰ Βίβλο της, δὲν χάνει τὴν τιμιότητά της· ξέρει τί κάνει ἡ ἁγία μας ἐκκλησία”. εἴδατε ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα, ἔ; καί γε ὀρθόδοξο. καὶ ὁ Χριστὸς στὰ Εὐαγγέλια, ποὺ θεωρεῖ τὴν Π. Διαθήκη ἱστορία; καὶ οἱ ἀπόστολοι ποὺ ἔχουν τὴν ἴδια γνώμη; βλακεῖες λένε; περίπου κάτι τέτοιο· διότι δὲν ῥώτησαν τὸν Κωνσταντίνου. ἂν τὸν ῥωτοῦσαν, θὰ μάθαιναν ὅτι εἶναι μυθολογία καὶ ὄχι ἱστορία.
         Γράφει λοιπὸν ὁ Κωνσταντίνου στὴ φυλλάδα του, πρὸς τὸ τέλος, γιὰ τὰ “ποιητικὰ” καὶ τὰ “διδακτικὰ” βιβλία τῆς Π. Διαθήκης, νομίζοντας ὅτι ἄλλα εἶναι τὰ “ποιητικὰ” καὶ ἄλλα τὰ “διδακτικά”· «Μὲ τὰ ῾Ποιητικὰ Βιβλία᾿ ὑμνεῖ ὁ λαὸς τὸ θεό του»· ἂς ποῦμε μὲ τὸ Ἆσμα στὸ ὁποῖο ὁ θεὸς οὔτε κἂν ἀναφέρεται. «… ἐνῷ στὰ ῾Διδακτικὰ Βιβλία᾿ ἀποθησαυρίζεται ἡ θεία σοφία… τοῦ θεοῦ (Σοφία Σολομῶντος 9,4) ὡς προϋπάρχουσα τῆς… δημιουργίας (Παροιμίαι 8, 22 - 31) καὶ ὡς ἔκφρασι τῆς δύναμης τοῦ θεοῦ… (Σοφία Σολομῶντος 7, 25 - 26)» (σελ. 34 - 35). τὶς Παροιμίες ὁ Κωνσταντίνου δὲν τὶς ἔχει στὰ ῾Ποιητικὰ Βιβλία᾿, ποὺ τὰ ξεχωρίζει ἀπὸ τὰ ῾Διδακτικὰ Βιβλία᾿, προφανῶς διότι δὲν ξέρει ὅτι εἶναι βιβλίο ποιητικό, ὅπως δὲν ξέρει κι ὅτι ῾Ποιητικὰ᾿ καὶ ῾Διδακτικὰ᾿ εἶναι τὸ ἴδιο. καὶ ἀσφαλῶς οἱ Παροιμίες μόνο σὲ δυὸ κεφάλαια μιλοῦν γιὰ τὴ σοφία, ἐνῷ ὁ κύριος ὄγκος τους εἶναι ἄλλα πράγματα καὶ κυρίως 500 περίπου παροιμίες. ὅσο γιὰ τὴ σοφία τοῦ θεοῦ γενικῶς σὰ θησαύρισμα μέσα στὴ Βίβλο, ὑπάρχει κανένα βιβλίο της ποὺ νὰ μὴν τὴν περιέχῃ ; ὁ ἄνθρωπος δὲν ξέρει τί λέει.
         Καὶ παρακάτω (σελ. 35-37) γράφει· «Ἡ χριστιανικὴ Παλαιὰ Διαθήκη τελειώνει μὲ τὸ βιβλίο τοῦ “Δανιήλ”, μὲ τὸ ὁποῖο… περιγράφεται… ἡ μορφὴ τοῦ… ῾Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου᾿…. τὸν ἴδιο ἀκριβῶς τίτλο, ῾Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου᾿, θὰ χρησιμοποιήσῃ στὸ ἀμέσως ἑπόμενοβιβλίο τῆς χριστιανικῆς Βίβλου, στὸ Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον, ὁ Ἰησοῦς, κάθε φορὰ ποὺ μιλάει γιὰ τὸν ἑαυτό του». “χριστιανικὴ Παλαιὰ Διαθήκη” λέει ὁ Κωνσταντίνου, ἐπειδὴ αὐτοὶ ποὺ τὸν ἔκαναν αὐτὸ ποὺ εἶναι τὸν ἔχουν ἐθίσει νὰ λέῃ ὅτι ἄλλη εἶναι ἡ πραγματικὴ Παλαιὰ Διαθήκη κι ἄλλη ἡ “χριστιανική”. “Δανιήλ”, ἐντὸς εἰσαγωγικῶν, τὸν γράφει, ἐπειδὴ ἐννοεῖ “κολοκύθια Δανιήλ”· ὅλοι αὐτοί, ἀντίθετα ἀπὸ τὸ Χριστὸ ποὺ κατονομάζει τὸ βιβλίο ὡς γνήσιο τοῦ προφήτου Δανιὴλ καὶ ἀπαγγέλλει αὐτολεξεὶ συγκεκριμένο χωρίο του (Μθ 24,15· Μρ 13,14), ἔχουν τὴν “ἄποψι” ὅτι τὸ βιβλίο εἶναι ψευδεπίγραφο. “ὁ Ἰησοῦς” λέει ὁ Κωνσταντίνου, ὅταν ὀνομάζῃ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ἐπειδὴ πάλι ὅλοι αὐτοὶ δὲν μποροῦν νὰ ποῦν ποτὲ “ὁ Κύριος” ἢ “ὁ Χριστὸς” ἢ “ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς” ἢ “ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός”· εὐκολώτερα θὰ κατάπιναν ἕνα μαγκάλι ἀναμμένα κάρβουνα. παρατηρήστε το στὰ βιβλία τους. αἰσθάνονται βολικά, μόνο ἂν λένε “ὁ Ἰησοῦς”, σὰ νὰ λέμε “ὁ Τάκης”. ἔχουν δὲ πολὺ γοῦστο στὸ πῶς προσπαθοῦν καὶ νὰ διαλάθουν τὴν προσοχὴ τῶν ἄλλων, ὅταν κάνουν αὐτὴ τὴν τσαχπινιά τους, καὶ νὰ μὴν ποῦν κανένα ἀπὸ τ᾿ ἄλλα τ᾿ ἀνεπιθύμητά τους. λέτε νὰ τοὺς στριμώξω μ᾿ αὐτὸ τὸ φανέρωμά μου καὶ νὰ ποῦν μερικὲς φορὲς αὐτὸ ποὺ θέλουν ν᾿ ἀποφύγουν ; θὰ τὸ πάρω ἐπάνω μου, ἂν καταφέρω κάτι τέτοιο· πάντως δὲν τὸ ἐπιδιώκω, γιατὶ τὸ θεωρῶ ματαιοπονία.
         Ἐδῶ ὅμως δὲν μ᾿ ἐνδιαφέρουν οἱ “ἀπόψεις” των καὶ οἱ ῥοπές των, ἀλλὰ τ᾿ ἀστραφτερὰ μαργαριτάρια τους, ποὺ εἶναι τόσο ἀπολαυστικά. λέει λοιπὸν ὁ Κωνσταντίνου τελευταῖο βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης τὸν Δανιήλ, κυρίως ἐπειδὴ οἱ δικοί μας ἐκδότες, βάζοντας τοὺς Δώδεκα πρὶν ἀπὸ τοὺς Μεγάλους προφῆτες, τοποθετοῦν τελευταῖο τὸ βιβλίο τοῦ Δανιήλ. σ᾿ ἄλλες ἐκδόσεις, ποὺ οἱ Δώδεκα μπαίνουν μετὰ τοὺς Μεγάλους, τοποθετεῖται τελευταῖο τὸ βιβλίο τοῦ Μαλαχίου. ἀξιολογήστε τώρα τὸ “θεολόγημα” τοῦ Κωνσταντίνου, ποὺ πέφτει σὰ σάπιο ἀχλάδι ἀπὸ μιὰ τυπογραφικὴ συγκυρία. (τὸ χρονικῶς τελευταῖο βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης εἶναι ἱστορικό, ὁ Νεεμίας). οἱ δάσκαλοι ὅμως τοῦ Κωνσταντίνου —διότι ὁ ἴδιος “κουκιὰ ἔφαγε, κουκιὰ μαρτυράει”— ἁρπάζονται ἀπὸ τὴν ἐν λόγῳ τυπογραφικὴ συγκυρία καί, πασχίζοντας νὰ ἐπωφεληθοῦν ἀπ᾿ αὐτὴ σὰν ἀπὸ ἕνα ψυχολογικῆς ἐπιδράσεως τρὺκ ἐπάνω στὸν ἀνήξερο λαό, στηρίζουν τὴν “ἄποψί” τους ὅτι τὸ βιβλίο τοῦ “Δανιὴλ” γράφτηκε λίγο πρὶν ἀπὸ τὰ Εὐαγγέλια. ὁ Κωνσταντίνου, μιμούμενος τοὺς δασκάλους του, προσπαθεῖ νὰ πλασσάρῃ ξαναζεσταμένη τὴ σχετικὴ κρυάδα ἐκείνων. αὐτὴ ἡ τέτοια “θεολογικὴ ἐνασχόλησι” ὅλων αὐτῶν μὲ τέτοιες τρίχες εἶναι τὸ ὑποκατάστατο τῆς ἀπούσης ἐπιστήμης. εὐτυχῶς ποὺ οἱ ἴδιοι τὰ φανερώνουν ἄθελά τους, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ τοὺς γραδάρουμε.
         Σᾶς συνιστῶ τὰ κείμενα τῶν Κωνσταντίνου, Ἀγουρίδου, Καϊμάκη, καὶ Γαλίτη νὰ τὰ διαβάζετε, ὅταν ἔχετε ἀκεφιές· εἰς ἀκηδίαν ὅπως ἔλεγαν οἱ παλιοί· φτιάχνουν τὸ κέφι. σᾶς ἐγγυῶμαι δὲ ὅτι εἶναι ἀπὸ τὰ πιὸ γουστόζικα ἀναγνώσματα τῆς ξάπλας. δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ τὰ βλέπουμε ὅλα σὰν τὲστ χρήσιμα γιὰ τὴ διάγνωσί τους. ἡ ὑπόθεσι ἔχει καὶ τὴν εὔθυμη πλευρά της.
 
 
 
Μελέτες 1 (2008)