Ευρετήριο Άρθρου

 

 9. Ο ΣΗΜΙΤΟΛΟΓΟΣ

 
       Ὁ Χαστούπης ἐμφανιζόταν σὰν ἐμβριθὴς ἑλληνιστὴς μὲ τὴν ἄψογον καὶ αὐστηρὰν καθαρεύουσάν του, ἀλλὰ τὸ κείμενό του στὴν Εἰσαγωγή του στὴν Π. Διαθήκη εἶναι γεμάτο γραμματικὰ καὶ συντακτικὰ λάθη, ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἐπίπεδό του γενικῶς δείχνουν καὶ ὅτι δὲν ἤξερε νὰ γράφῃ σωστὰ τὴ μητρική του ἑλληνικὴ γλῶσσα. γιὰ παράδειγμα τὰ τριτόκλιτα σὲ -ης τὰ γράφει πάντοτε μὲ -ν στὴν αἰτιατική, ὅπως τὸν Φιλοκράτην (σ. 477) ἢ τὸν Ὠριγένην (σ. 360· 457). στὴ σελ. 408 γράφει τὴ φράσι περιέχει τόσας πολλὰς ἀνακριβείας, θέλοντας προφανῶς νὰ γράψῃ τόσον πολλὰς ἀνακριβείας, στὴ δὲ σελ. 538, καὶ μάλιστα σὲ τίτλο, γράφει Ἡ ὡς συλλογὴ ἱερῶν Γραφῶν γένεσις τῆς Π. Διαθήκης ἀντὶ Ἡ ὡς συλλογῆς… κλπ.. ὅλη τὴν ὥρα ὁ ἀναγνώστης σκουντουφλάει στὰ τέτοια μαργαριτάρια τοῦ Χαστούπη.
      Ἀλλὰ καὶ στὸ λεξιλόγιο τῆς ἑλληνικῆς ὁ Χαστούπης θαλασσοδέρνεται. στὴ δεύτερη ματάφρασί του στὸ Ἆισμα (Ἀμὼς - Μιχαίας - Ἆισμα - Θρῆνοι - Ἐκκλησιαστής, μετάφρασις ἐκ τοῦ ἑβραϊκοῦ πρωτοτύπου μετὰ κριτικὴν ἀποκατάστασιν, Ἀθῆναι 1971· 1975²) δείχνει ὅτι δὲν ἤξερε τί θὰ πῇ γοητεία. στὸ στίχο 7,6, ὅπου ἀντὶ τοῦ ἐν παραδρομαῖς τῶν Ο΄ ὁ Ἀκύλας καὶ τὸ μασοριτικὸ ἔχουν βε ρεθιμ (= ἐν ποτίστραις· βλ. Γε 30, 38), ὁ Χαστούπης, ἀφοῦ ΄΄ἀποκαθιστᾷ΄΄ ὁ ἴδιος τάχα, βε λεθιμ, μεταφράζει, πάλι ὁ ἴδιος τάχα, ΄΄ἐν γοητείαις΄΄. τὸ βάζει καὶ μὲ ἀραμαϊκὰ γράμματα, ἔτσι γιὰ νὰ φοβερίξῃ κάθε μὴ εἰδήμονα. ὅπως φαίνεται στὴν Ἔξοδο (7,11), τὸ ἑβραϊκὸ λεθιμ σημαίνει ἐπαοιδαὶ καὶ φαρμακεῖαι, καὶ μ’ αὐτὴ τὴ σημασία ἐννοεῖ φυσικὰ τὴ λέξι γοητεῖαι (= γητεῖαι, γητέματα) ὁ λεξικογράφος, τοῦ ὁποίου τὸ λεξικὸ κύτταξε ὁ Χαστούπης, χωρὶς καὶ νὰ τὸ καταλάβῃ· θὰ τὸ καταλάβαινε, μόνο ἂν ἤξερε ἑλληνικά. νόμισε λοιπὸν ὁ Θανάσης ὁ Χαστούπης ὅτι τὸ γοητεῖαι σημαίνει, ὅπως λέμε τὴ λέξι στὴ δημοτική, ὅταν λέμε ΄΄ὁ γόης καὶ ἡ γόησσα μὲ τὴ γοητεία τους΄΄· καὶ μεταφράζει μ’ αὐτὴ τὴ σημασία ὅτι ἡ κοπέλλα τοῦ Ἄισματος ἔθελξε τὸ βασιλέα μὲ τὴ γοητεία (΄΄διὰ γοητείας΄΄) τῆς ὀμορφιᾶς της καὶ τοῦ λάγνου ἐρωτισμοῦ της· καὶ παρέσυρε καὶ τὸν Τρεμπέλα, ποὺ πίστεψε ὅτι ὁ μέγας ἑβραιολόγος Χαστούπης ξέρει ἑβραϊκὰ ξέρει κι ἑλληνικά. ΄΄Βάλ’ τον μάγειρα, νὰ σοῦ μαγειρέψῃ ὅ,τι δὲν τρώγεται΄΄, ὅπως περίπου λέει καὶ ἡ λαϊκὴ παροιμία.
      Στὴ σελ. 18 τῆς Εἰσαγωγῆς του γράφει ὅτι ΄΄Ὁ ὅρος Βίβλος προέρχεται ἐκ τοῦ λατινικοῦ Biblia΄΄! κι ἂς λέγεται Βίβλος τόσο τὸ ἕνα βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης, καὶ στὴν ἴδια τὴ Βίβλο (Γε 5, 1· Ἰη 1, 8· Μθ 1, 1) καὶ στὸν Κλήμεντα Ῥώμης (Α΄ Κορινθ. 43, 1) καὶ στὸν Ὠριγένη (Εἰς Ἰερ., ὁμ. 10, 4 PG 13, 361c) καὶ στὸ Μεθόδιο Πατάρων (Συμπ. 7, 4 PG 18, 129d), ὅσο καὶ ἡ ὅλη Ἁγία Γραφὴ στὸν Ὠριγένη πάλι (Εἰς Ἰωάνν. 1, 22 PG 14, 61a) καὶ στὸ Γρηγόριο Νύσσης (Εὐνόμ., 12 PG 45, 1000d) καὶ στὸν Προκόπιο Γαζαῖο (Εἰς Γέν. 15, 8 PG 87, 345 a) καὶ στὸ Λεόντιο Ἰεροσολυμίτη (Μονοφυσ., PG 86, 1816 d), καὶ σὲ πάρα πολλοὺς ἄλλους· καὶ ἦταν τόσο μὰ τόσο εὔκολο νὰ τὸ βρῇ! ὁ Χαστούπης ὅμως ἀπὸ τὰ γερμανικὰ βοηθήματά του —θὰ δοῦμε τί βοηθήματα— αὐτὰ ξέρει κι αὐτὰ λέει· ΄΄κουκιὰ ἔφαγε, κουκιὰ μαρτυράει΄΄ κατὰ τὴν παροιμία. ὄχι ὅμως καὶ νὰ μᾶς κάνῃ καὶ τὴν ἄγνοιά του δόγμα! ἀλλ’ ἔτσι εἶναι αὐτοὶ οἱ θαυμασταὶ καὶ μιμηταὶ καὶ ὀπαδοὶ τῆς ἀρνητικῆς κριτικῆς· ὅταν αὐτοὶ λὲν ἀκόμη καὶ μιὰ κοτσάνα, οἱ ἄλλοι πρέπει νὰ θεωροῦν τὴν κοτσάνα τους θέσφατο· ὅπως λέει κι ἡ παροιμία τῆς Λέσβου ΄΄Πίνω, Ἅγιε μ’ , τὸ πορδέλι σ’΄΄.
      Στὴ σελ. 70 μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ΄΄Τὸ πρὸς δήλωσιν τῆς πορφύρας ἑλληνικὸν ὄνομα εἶναι φοῖνιξ΄΄! (ἔτσι καὶ μὲ περισπωμένη). σὰν τὸ γῦπα ποὺ ἀντὶ γιὰ λαγὸ ἅρπαξε κατὰ λάθος γάτο, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν κατασπάραξε στὸν ἀέρα, εἶδε κι ὁ Χαστούπης κάτι σὲ κάποια ξενόγλωσση σελίδα, καὶ χωρὶς νὰ τὴν καλοδιαβάσῃ ἢ νὰ τὴν καταλάβῃ, ἔσπευσε καὶ ξεσήκωσε τὸ φοίνικα. σίγουρα ἦταν γερμανικὴ σελίδα, ὅπου γράφονται μὲ κεφαλαῖο Phκαὶ τὰ κύρια ὀνόματα καὶ τὰ κοινὰ προσηγορικά, ὥστε ὁ Χαστούπης νὰ τὸ περάσῃ γιὰ κοινό, καὶ νὰ μεταγράψῃ φοῖνιξ.πορφύρα στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ λέγεται πορφύρα· ἀλλ’ οἱ Χαναναῖοι ἐκεῖνοι ποὺ στοὺς Ἕλληνες πωλοῦσαν τὴν ἀπὸ πορφύρα προερχόμενη κόκκινη (φοινικεία) χρωστικὴ οὐσία, τὸ φοινικοῦν χρῶμα, ὡς ἔμποροι αὐτοῦ τοῦ χρώματος, ὠνομάζονταν ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες Φοίνικες. ὁ Χαστούπης κατὰ τὸ ξεσήκωμα καὶ τὴν ἀδήλωτη λῆψι τοῦ ξένου ὑλικοῦ δὲν πρόσεξε ὅτι ΄΄ἄλλα εἶν’ τὰ μάτια τοῦ λαγοῦ κι ἄλλα τοῦ γάτου΄΄. εἶναι ἡ ἐπιστημονική του μέθοδος.
      Στὴ σελ. 372 γράφει ὅτι ΄΄Τὸ ὄνομα (Ἰὼβ) ἀπαντᾷ ἔν τε τῷ ἐμμέτρῳ ποιήματι (κεφ. 3 - 42) καὶ ἐν τῷ πεζῷ τοῦ βιβλίου πλαισίῳ, ὅπερ προέρχεται ἐκ παλαιᾶς λατινικῆς ἀφηγήσεως΄΄! θὰ μᾶς τρελλάνῃ.
      Στὴ σελ. 407 γράφει· ΄΄Τὴν Ἐσθήρ, ἀνεψιὰν καὶ θετὴν θυγατέρα τοῦ Μαρδοχαίου΄΄. ἀναφέρεται στὸ Ἐσθὴρ 2,7, ὅπου κατὰ τὸ μασοριτικὸ λέγεται· Καὶ (ὁ Μαρδοχαῖος) ἔτρεφε τὴν Ἁδασὰ (= δσε) αὐτὴ (εἶναι) ἡ Ἐσθὴρ (= Αστρ), θυγατέρα τοῦ ἀδερφοῦ τοῦ πατέρα του, διότι ἐκείνη δὲν εἶχε πατέρα καὶ μητέρα. καὶ ἡ κοπέλλα ἦταν ὡραία στὴν ὄψι, καὶ ὄμορφη στὴ θωριά· καὶ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ πατέρα της καὶ τῆς μητέρας της τὴν πῆρε ὁ Μαρδοχαῖος γιὰ μνηστή (= βτ) του. κατὰ δὲ τὴν ἐπὶ Πτολεμαίου καὶ Κλεοπάτρας (51 - 44 π.Χ.· βλ. Ἐσθὴρ 10,3λ) ἑλληνικὴ μετάφρασι λέγεται· Καὶ ἦν τούτῳ παῖς θρεπτή, θυγάτηρ Ἀμιναδὰβ ἀδελφοῦ πατρὸς αὐτοῦ, καὶ ὄνομα αὐτῇ Ἐσθήρ· ἐν δὲ τῷ μεταλλάξαι αὐτῆς τοὺς γονεῖς, ἐπαίδευσεν αὐτὴν ἑαυτῷ εἰς γυναῖκα· καὶ ἦν τὸ κοράσιον καλὸν τῷ εἴδει. ἀπὸ τοὺς μεταφραστὰς τῆς ἀγγλικῆς καὶ τῆς γερμανικῆς μεταφράσεως τοῦ μασοριτικοῦ ὁ Βάμβας ἔχει ΄΄θυγατέρα τοῦ θείου αὐτοῦ … ἀνέλαβε διὰ θυγατέρα αὐτοῦ΄΄, ὁ Βέλλας καὶ οἱ ἁπλουστευταί του ἔχουν ΄΄κόρης τοῦ θείου του Ἀμιναδάβ… τὴν υἱοθέτησε αὐτός΄΄, ὁ Χαστούπης στὴ δική του μετάφρασι τοῦ 1960, ἂν τὴν ἔκανε ἀπὸ τὴν ἀγγλικὴ ὁ ἴδιος βέβαια, ἔχει ΄΄θυγατέρα τοῦ θείου του… παρέλαβεν αὐτὴν ὡς θυγατέρα του΄΄, καὶ ἀπὸ τοὺς μεταφραστὰς τῆς ἑλληνιστικῆς μεταφράσεως ὁ Τρεμπέλας ἔχει ΄΄θυγάτηρ τοῦ Ἀμιναδάβ, ἀδελφοῦ τοῦ πατρός του,… πρώτη ἐξαδέλφη του λοιπόν,… τὴν ἐξεπαίδευσε διὰ τὸν ἑαυτόν του ὡς θυγατέρα΄΄, κι ὁ Γιαννακόπουλος ἔχει τὸ σωστὸ ΄΄θυγατέρα τοῦ Ἀμιναδὰβ τοῦ θείου του… ἀνέλαβε ταύτην, ἵνα λάβῃ ταύτην ὡς σύζυγόν του΄΄. ἔτσι οἱ ἄλλοι πλὴν τοῦ Γιαννακοπούλου, λίγο ποὺ εἶναι σεμνοὶ καὶ ντροπαλοί, λίγο ποὺ ποτέ τους δὲν κατάλαβαν μιὰ ἰδιάζουσα σημασία τῆς λέξεως θυγάτηρ (βτ) στὴ βιβλικὴ ἑβραϊκή, λίγο ποὺ ἔχουν μεσάνυχτα καὶ γιὰ τὸ ὅτι κατὰ τὸ μωσαϊκὸ Νόμο ἐπιτρέπεται νὰ παντρευτῇ κανεὶς τὴν πρώτη ἐξαδέρφη του, κι αὐτὸ ἔγινε πολλὲς φορὲς καὶ στὴν πρᾶξι, ὅπως ὅταν λ.χ. ὁ κριτὴς Γοθονιὴλ παντρεύτηκε τὴν πρώτη ἐξαδέρφη του (Κρ 1, 12 - 13), ὅλοι τους οἱ λεβέντες τῶν γραμμάτων καὶ τῶν ἐπιστημῶν, καθηγηταὶ πανεπιστημίου —νὰ μὴ βασκαθοῦν—, τὴν ἔκαναν τὴν Ἐσθὴρ υἱοθετημένη κόρη τοῦ Μαρδοχαίου. ἔχουν ὅμως τὸ ἐλαφρυντικὸ ὅτι τοὺς παρέσυραν καὶ οἱ ἐπάρατοι ξένοι, οἱ ἀγγλικανοὶ καὶ οἱ προτεστάντες, ποὺ κι ἐκεῖνοι δὲν πῆραν εἴδησι γιὰ ὅλ’ αὐτά. στὸ μασοριτικὸ λέγεται ὅτι ὁ Μαρδοχαῖος τὴν Ἐσθὴρ τὴ μεγάλωσε εἰς θυγατέρα (= βτ = μνηστή) του, δηλαδὴ ΄΄γιὰ νὰ γίνῃ γυναίκα του΄΄, στὴν ἑλληνόγλωσση μετάφρασι εἰς γυναῖκα. τὰ δύο κείμενα συμφωνοῦν. θυγάτηρ (βτ) καὶ στὸ μασοριτικὸ καὶ στοὺς Ο΄ καὶ στὴν ἑλληνιστικὴ μετάφρασι τῆς Ἐσθὴρ εἶναι πρῶτα ἡ θυγατέρα, κι ἔπειτα κατὰ συνεκδοχὴν καὶ ἡ κοπέλλα γενικῶς, καὶ ἡ κοπέλλα κάποιου εἰδικῶς, καὶ ἡ γυναίκα ἁπλῶς, καὶ ἡ νύμφη τοῦ νυμφίου, καὶ ἡ γυναίκα σύζυγος κάποιου ἀντρός. ἡ σημασία τῆς μνηστῆς ἢ συζύγου φαίνεται λ.χ. σαφῶς στὸν ψαλμὸ 44,14 Πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρὸς τοῦ βασιλέως, καὶ στὸ Ἆισμα 7,2 θύγατερ ναδὰβ (= νύμφη τοῦ ἡγεμόνος), καὶ στὸ Ζαχαρία 9,9 Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών,… ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι, καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα χωρία. ἀλλ’ ὅπως εἶπα, τὴ σημασία αὐτὴ οἱ βιβλικοὶ μεταφρασταὶ κι ἑρμηνευταί, σχεδὸν ὅλοι, ἀπ’ ὅτι ξέρω, δὲν τὴν ἔχουν ἀντιληφτῆ ἀκόμη. θὰ ἦταν σκληρὸ νὰ τὴν ἀπαιτήσω ἀπὸ τὸ Χαστούπη. εἶναι ὅμως ἀσυγχώρητος ποὺ τὴν κόρη τοῦ πατραδέλφου του, τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, δηλαδὴ τὴν ΄΄πρώτη ἐξαδέρφη΄΄ του, ὅπως τὸ τονίζει κι ὁ Τρεμπέλας μὲ σκοπὸ νὰ παρερμηνεύσῃ τὸ ἀρχαῖο ἑβραΐζον ἑλληνικὸ ἑαυτῷ εἰς γυναῖκα καὶ νὰ τὸ κάνῃ ΄΄διὰ τὸν ἑαυτόν του ὡς θυγατέρα΄΄ (ντροπὲς πράματα δηλαδή, ἂν διανοοῦνταν κανεὶς ὅτι γιὰ σύζυγό του τὴ μεγάλωνε), καὶ τὴν ἔκανε —ὁ Χαστούπης— ΄΄ἀνεψιὰν΄΄ τοῦ Μαρδοχαίου· τί ἤθελε δηλαδὴ ὁ Χαστούπης, κάνοντας πιὸ στενὴ τὴ συγγένεια, ν’ ἀσφαλίσῃ ἀκόμη περισσότερο τὸ ὅτι δὲν τὴ μεγάλωνε γιὰ γυναῖκα του; ἢ ἁπλῶς εἶχε μεσάνυχτα καὶ δὲν ἤξερε τί λέει;
Στὴ σελ. 545 ὁ Χαστούπης γράφει· ΄΄… Ἡ Κ. Διαθήκη παραθέτει … χωρία ἐξ ἀποκρύφων βιβλίων΄΄· καὶ σὰν τέτοια ἀραδιάζει τὰ ἑξῆς·
στὸ Α΄ Κο 2,9 ἀπὸ τὸ ΄΄Ἀποκάλυψις Ἠλία΄΄
στὸ Ἰδ, 15 ἀπὸ τὸ ΄΄Ἐνὼχ΄΄ τὸ 1,9
στὰ Λκ 11,49· Ἰω 7,38· Ἐφ 5,14· Ἰα 4,5 ἀπὸ ἄγνωστα ἀπόκρυφα
στὰ Β΄ Τι 3,8 καὶ Ἑβ 11,37 ἀπὸ ἄγνωστες γραπτὲς καὶ προφορικὲς παραδόσεις.
ἔτσι νομίζει· ἐπειδὴ ἔχει ἄγνοια· ὁ Χαστούπης ἢ ὁ Eissfeldt, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀντιγράφει τὸ 92% τῆς Εἰσαγωγῆς του. ἡ Εἰσαγωγὴ τοῦ Χαστούπη δηλαδὴ δὲν εἶναι παρὰ ἡ Εἰσαγωγὴ τοῦ Eissfeldt μὲ ΄΄βαμμένα΄΄ μερικὰ σημάδια της τὸ κατὰ δύναμιν, γιὰ νὰ μὴν ἀναγνωρίζεται. καὶ δὲν καταλαβαίνει, ὁ Χαστούπης ἢ ὁ Eissfeldt, ὅτι μὲ τὰ χωρία τῆς Κ. Διαθήκης, ποὺ ἀναφέρει ὡς παραθέματα ἀπὸ ἀπόκρυφα, συμβαίνουν τὰ ἑξῆς τέσσερα.
1. Ἄλλα εἶναι χωρία τῆς Π. Διαθήκης, ποὺ χάθηκαν λόγῳ τῆς μεγάλης φθορᾶς τοῦ κειμένου της.
2. Ἄλλα εἶναι χωρία ἄλλων βιβλίων, χαμένων σήμερα, ὄχι ἀποκρύφων, ἀλλ’ ἁπλῶς σοβαρῶν ἱστορικῶν βιβλίων, ποὺ ἔμοιαζαν μὲ τὸ Β΄ Μακκαβαίων, ἀπὸ τὸ ὁποῖο —ἢ ἀπὸ τὴν Ἱστορία τοῦ Ἰάσονος του Κυρηναίου τῆς ὁποίας τὸ Β΄ Μακκαβαίων εἶναι ἐπιτομή (βλ. Β΄ Μακκ. 2,23)— εἶναι πιθανῶς παρμένο τὸ ἐτυμπανίσθησαν τῆς Πρὸς Ἑβραίους (11,35).
3. Ἄλλα εἶναι ἁπλῶς σύνοψι καὶ συνισταμένη πολλῶν μαζὶ χωρίων τῆς Π. Διαθήκης.
4. Κι ἄλλα εἶναι χωρία τῆς Π. Διαθήκης ποὺ δὲν κατάλαβαν ὁ Χαστούπης κι ὁ κάθε Χαστούπης· ποὺ ἀπ’ αὐτοὺς περιμένει τὸ κοινὸ νὰ τὰ βροῦν καὶ νὰ τὰ καταλάβουν, ἀλλ’ αὐτοὶ δὲν μποροῦν, κι ἀντὶ γι’ αὐτὸ ξαμολᾶνε πανταχόθεν θέσφατα φανατισμένης προκαταλήψεως εἰς βάρος τῆς Βίβλου· ἐπειδὴ αὐτὸ τοὺς ἔρχεται βολικώτερο· ἢ ἐπειδὴ αὐτὸ βρίσκουν ν’ ἀντιγράψουν ἀπὸ τοὺς ξένους ποὺ ἀντιγράφουν, ὅπως ὁ Χαστούπης ἀπὸ τὸν Eissfeldt. καὶ θέλουν καὶ νὰ τοὺς παίρνῃ ὁ κόσμος στὰ σοβαρὰ καὶ νὰ τοὺς ἔχῃ περὶ πολλοῦ, σὰν γκουροὺ τῆς ἐπιστήμης. τέτοιο παράθεμα λ.χ., ἀπὸ τὴν Π. Διαθήκη καὶ ὄχι ἀπὸ κανένα ἀπόκρυφο, εἶναι τό, ὑπὸ Χαστούπη νομιζόμενο ὡς ἀπόκρυφο, παράθεμα στὸ Β΄ Τι 3,8 Ἰαννῆς καὶ Ἰαμβρῆς, ποὺ εἶναι τὰ ὀνόματα τῆς Π. Διαθήκης Ἰαμινὶ καὶ Ζαμβρί (Ἀρ 25,14· 26,12), τὰ ὁποῖα ὁ Παῦλος ἐξελληνίζει στὴν προφορὰ καὶ στὴν κατάληξι, ὅπως κάνει κι ὁ Ἰώσηπος τόσο μ’ αὐτὰ ἀκριβῶς ὅσο καὶ μὲ ὅλα τὰ ὀνόματα τῆς Π. Διαθήκης.
      Κι ἀφοῦ ἔδειξε τὴν ἄγνοιά του καὶ τὴν ἀκρισία του μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ Χαστούπης —ἢ ὁ Eissfeldt εἴπαμε—, μετὰ 6 σελίδες γράφει ἀντιφατικὰ στὴ σελ. 551· ΄΄Τὸ Ἰούδα στ. 14 εἶναι τὸ μόνον χωρίον τῆς Κ. Διαθήκης, ὅπερ δύναται νὰ σχετισθῇ πρὸς ἀπόκρυφον βιβλίον, τὸ τοῦ Ἐνώχ΄΄. ἔλα ὅμως ποὺ οὔτε κι αὐτὸ εἶναι, ὅπως ἔδειξα ἄλλοτε. ὁ ἀποκρυφογράφος τοῦ ΄΄Ἐνὼχ΄΄ κατὰ τὰ ἔτη 130 - 135 μ.Χ. παίρνει ἀπὸ τὸν Ἰούδα μὲ τρόπο ποὺ νὰ δημιουργῇ τὴν ἐντύπωσι ὅτι συμβαίνει τὸ ἀντίθετο. ὁ Χαστούπης ὤφειλε νὰ τὸ πάρῃ εἴδησι· τί ΄΄ἐπιστήμων΄΄ καὶ ΄΄κριτικὸς΄΄ ἦταν;
Βούτηξα κι ἔδωσα μιὰ πρέζα μόνο ἀπὸ τὰ φρικτὰ λάθη ἀγνοίας τοῦ Χαστούπη, ποσότητα κατάλληλη γιὰ τὸ παρὸν ἄρθρο. δὲν θὰ γράφουμε καὶ βιβλία γιὰ τὶς ἀρλοῦμπες αὐτωνῶν. τοῦ Χαστούπη τὰ τέτοια λάθη καλύπτουν πάνω ἀπὸ τὴ μισὴ ἔκτασι τῆς Εἰσαγωγῆς του (σελίδες 671). ἀρκεῖ ἡ πρέζα αὐτή, γιὰ νἄχετε ἐπαρκῆ γεῦσι τῆς ἀγνοίας του καὶ τῆς ἀκρισίας του.
      Ὅσο γιὰ τὸ τί ἑβραϊκὰ ἤξερε ὁ Χαστούπης, ὄχι μόνο στὸ νὰ καταλάβῃ ἀλλὰ καὶ ἁπλῶς στὸ νὰ διαβάσῃ, φαίνεται ἀπὸ τὸ ὅτι τὰ ὀνόματα λ.χ. Ἑλλὴλ καὶ Σαμαΐας στὶς μὲν μεταφράσεις του τῆς Π. Διαθήκης ΄΄ἐκ τοῦ ἑβραϊκοῦ΄΄ τὰ γράφει ἔτσι Ἑλλὴλ καὶ Σαμαΐας, στὴ δὲ μετάφρασι τοῦ Πιρκὲ ἀβὼθ τὰ γράφει Χιλλὲλ καὶ Σιαμμάγ, καὶ στὶς λοιπὲς ἐργασίες του πότε ἔτσι καὶ πότε ἔτσι, ἐνῷ πρόκειται γιὰ τὰ ἴδια ὀνόματα μὲ τὴν ἴδια ἀκριβῶς γραφὴ στὰ ἴδια κείμενα· καὶ πρόκειται ὄχι γιὰ μετάφρασι βέβαια ἢ ἑρμηνεία, ἀλλὰ γιὰ ἁπλῆ ἀνάγνωσι. μπορεῖτε νὰ κάνετε τὸ ἑξῆς· πάρτε ἕνα στίχο ἀπ’ ὁποιοδήποτε βιβλίο τῆς Π. Διαθήκης, ἀπὸ τὸ μασοριτικό, πᾶτε σὲ 3 ἢ 4 καθηγητὰς τῆς Π. Διαθήκης ἐν ἐνεργείᾳ ἢ συνταξιούχους, καὶ ζητήστε τους νὰ σᾶς τὸν διαβάσουν· ὄχι καὶ νὰ τὸν καταλάβουν. ἂν τὸν διαβάσουν δυὸ ἀπ’ αὐτοὺς μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ἢ ὁ ἴδιος σὲ δυὸ καιροὺς μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ἐγὼ θὰ φορέσω σκουλαρίκια στὰ ῥουθούνια μου. εἶμαι δὲ σίγουρος ὅτι οὔτε καὶ ἁπλῶς νὰ σᾶς τὸν διαβάσουν ὅπως ὅπως θὰ μπορέσουν οἱ διακεκριμένοι ἑβραιολόγοι καὶ σημιτολόγοι καὶ ἀνατολισταί. ἀπίστευτο ἀλλ’ ἀληθινό· δοκιμάστε το. διότι ἐγὼ ἔβαλα ἀνθρώπους μου καὶ τὸ δοκίμασαν.
      Κι ὅμως αὐτὸς ὁ Χαστούπης εἶχε καὶ ΄΄ἀπόψεις΄΄. ἀπόψεις νὰ δῆτε! (καὶ δὲν ὑπάρχει βέβαια Χαστούπης ποὺ νὰ μὴν ἔχῃ ἀπόψεις). καὶ δείχνει ὅτι δὲν ἤθελε καθόλου νὰ λέγεται θεολόγος οὔτε νὰ φαίνεται Χριστιανός. τὸ δεύτερο βέβαια ἦταν δικαίωμά του· τὸ πρῶτο ὅμως, ἤθελε δὲν ἤθελε, εἶναι τὸ μόνο ποὺ ἦταν. ἤθελε νὰ ἐμφανίζεται σὰν ἑβραιολόγος, σημιτολόγος, ἀνατολιστής. ἔλα ντέ! σὰν τὸν ἄλλο στὴ Θεσσαλονίκη ποὺ ἀφήνει νὰ ἐννοηθῇ ὅτι διαβάζει κι ἑρμηνεύει σφηνοειδεῖς γραφές! καὶ φαντάζεται κι ὅτι οἱ ἄλλοι τὄχαψαν.
      Μὲ στὺλ εἰδικοῦ ὁ Χαστούπης ταξινομεῖ κι ἐξετάζει τὰ βιβλία τῆς Π. Διαθήκης ὄχι μὲ τὴ σειρὰ τῶν Ο΄, ποὺ ἦταν κάποτε καὶ σειρὰ τοῦ ἑβραϊκοῦ, ἀλλὰ μὲ τὴ σειρὰ Νόμος (Τωρά), Προφῆται πρότεροι (Νεβιὶμ ρισιωνίμ), Προφῆται ὕστεροι (Νεβιὶμ ἀχαρωνίμ), Ἁγιόγραφα (Κεθουβίμ), καὶ κόβει τὸ τελευταῖο κομμάτι τῆς μασοριτικῆς τράπουλας σὲ Ἁγιόγραφα πρότερα (Κεθουβὶμ ρισιωνίμ), Πέντε κυλίνδρους (Χαμὲς μεγιλώθ), καὶ Ἁγιόγραφα ὕστερα (Κεθουβὶμ αχαρωνίμ). μὲ ὕφος σὰν ἐκεῖνο ποὺ παίρνει ὁ φακίρης, ὅταν, γιὰ ν’ ἀπασχολήσῃ τὴν προσοχὴ τῶν ἀκροατῶν του, ὥστε νὰ μὴν παρατηροῦν τὶς καλπουζανιές του, ἀναφωνῇ πρὸς αὐτὸ ἐκεῖνο τὸ μεγαλεπήβολο καὶ τελεστικὸ ΄΄Φόκος μόκος παπαρόκος!΄΄. χάσατε τὰ τρία τρίτα τῆς ζωῆς σας καὶ βάρεσε πίσω ἡ βιβλικὴ ἐπιστήμη, ἂν δὲν ξέρετε τί εἶναι οἱ πέντε μεγιλώθ. εἶναι πέντε βιβλία ποὺ οἱ Ἰουδαῖοι ῥαββῖνοι τῶν ὀψίμων βυζαντινῶν χρόνων τὰ διάβαζαν στὴ χάβρα ἀπὸ ἕνα κάθε φορὰ σὲ πέντε πανηγύρια τους. εἶναι σὰ νὰ μὴν ξέρετε ποιοί ΄΄Ἀπόστολοι΄΄ διαβάζονται τὴ Σαρακοστὴ στὴν αἰθιοπικὴ ἐκκλησία. γιατὶ αὐτὸ εἶναι ἡ παραπάνω διαίρεσι· ἡ λειτουργικὴ κατανομὴ τῆς Π. Διαθήκης σὲ τόσα ἀναγνωσματάρια τῆς ἐνιαύσιας χρήσεως ἀπὸ τοὺς ῥαββίνους τῆς ὄψιμης βυζαντινῆς ἐποχῆς. δὲν ἔχει καμμιὰ ἀπολύτως σημασία γιὰ τὴν κανονικότητα ἢ τὴ θεοπνευστία ἢ τὴν πατρότητα ἢ τὴν ἡλικία ἢ τὴ θεματολογικὴ ταξινόμησι τῶν σχετικῶν βιβλίων. κι ὅμως ὁ ἑβραιολόγος Χαστούπης, καὶ κάθε Χαστούπης καὶ Eissfeldt βέβαια, ἐννοεῖ νὰ θαμπώσῃ τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ χάφτουν μὲ ἔμφοβο θαυμασμὸ τὶς μπαροῦφες ποὺ τοὺς ξαμολάει σὰ θέσφατα· εἶναι τὰ ΄΄Παπαρόκος΄΄ μὲ τὰ ὁποῖα ὅλοι οἱ τέτοιοι καμουφλάρουν κι ἀποκρύβουν τὴν ἄγνοιά τους καὶ τὴν ἀδυναμία τους στὴν ἔρευνα, στὴν προβληματική, καὶ στὸ συμπερασμό.
      Ἄλλες περισπούδαστες ΄΄ἀπόψεις΄΄ τοῦ Χαστούπη εἶναι οἱ βλακεῖες τῶν ἀπίστων τοῦ προτεσταντισμοῦ οἱ ξαμολημένες σὰ σκουπίδια ἐδῶ καὶ πάνω ἀπὸ 200 χρόνια περὶ διαστρωματώσεων τῆς Πεντατεύχου καὶ ἄλλων βιβλίων, ποὺ δὲν βαριοῦνται νὰ τὶς πιπιλίζουν καὶ νὰ τὶς παπαγαλίζουν, ἐπειδὴ τοὺς εἶναι χρήσιμες γιὰ τὴ μεταχρονολόγησι τῶν βιβλίων καὶ τὴν καταστροφὴ κάθε τεκμηρίου τῆς πραγματικῆς των ἡλικίας καὶ πατρότητος. πρόκειται γιὰ μιὰ ἐπαναληπτικὴ μαγκιὰ - κλισσὲ ὑψηλῆς καὶ ποιοτικῆς φαιδρότητος. ἔχετε διαβάσει ἢ παρακολουθήσει τὸν Ἀρχοντοχωριάτη τοῦ Μολιέρου; θυμᾶστε τὴν ἔκφρασι ΄΄πεζὸς λόγος΄΄ καὶ πόσο θαύμαζε ὁ γουστόζικος ὀψιμαθὴς καὶ ἀνεπίδεκτος μαθήσεως ἀρχοντοχωριάτης, ποὺ πρωταγωνιστεῖ, ὅταν τὸν δασκάλευαν πὼς ὁτιδήποτε λέει, εἶναι ΄΄πεζός λόγος΄΄, καὶ προσπαθοῦσε νὰ καταπλήξῃ τὴν ὑπηρέτριά του; κάτι τέτοιο συμβαίνει στοὺς θεολόγους ποὺ κορδώνονται γιὰ σημιτολόγοι καὶ ἀνατολισταὶ μ’ αὐτὲς τὶς ἀρλοῦμπες. κι αὐτὲς τὶς ἀρλοῦμπες ὁ Χαστούπης τὶς θαύμαζε μὲ θρησκευτικὸ δέος καὶ τὶς υἱοθετοῦσε. εἶχε ἀπόψεις ὁ ἄνθρωπος.
      Τὸ ἄκρως ἀστεῖο εἶναι ὅτι κι αὐτὸς καὶ πολλοὶ ἄλλοι βιβλικοὶ τῶν θεολογικῶν σχολῶν φαντάζονται ὅτι μὲ τόση ἄγνοια μποροῦν νὰ ἔχουν ἀπόψεις.
 
Μελέτες 3 (2008)